Είναι αυτό το δεύτερο αίτημα της Ευχής του Οσίου Εφραίμ
του Σύρου: «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργείας,
φιλαρχίας και αργολογίας μη μοι δώς…». Παρακαλεί δηλαδή ο Χριστιανός τον Κύριο
να τον φυλάξη να μη παρασυρθεί από το κακό της περιέργειας. Θα ερωτήσετε όμως:
Είναι πράγματι κακό η περιέργεια; Αποτελεί κίνδυνο της ψυχής και αμαρτία;
Όταν λέμε περιέργεια, δεν εννοούμε βεβαίως το αγνό
ενδιαφέρον του ανθρώπου προς μάθηση και γνώση. Διότι με τέτοιου είδους καλώς
εννοούμενη «περιέργεια» ανεπτύχθη η επιστήμη, έγιναν ανακαλύψεις, επήλθε
πρόοδος στη ζωή. Δεν πρόκειται ακόμη και για το ενδιαφέρον να πληροφορηθούμε για την εξέλιξη της υγείας ή της υποθέσεως του
πλησίον μας, όταν αυτά γίνονται πάντοτε με αγάπη, διακριτικότητα και
ειλικρίνεια. Αυτή είναι η καλή και άδολος και ωφέλιμος περιέργεια.
Η περιέργεια με την έννοια που της δίνουμε συνήθως, είναι η αδιάκριτη, άκαιρη, και επίμονη απασχόληση με τις υποθέσεις των άλλων, χωρίς πραγματική ανάγκη, αλλά προς ικανοποίηση της αδυναμίας μας. Είναι εξωστρέφεια και μέριμνα να πληροφορηθούμε για υποθέσεις, που δεν αφορούν εμάς, αλλά άλλους, τον γείτονα και γνωστό κλπ. και για τις οποίες ίσως αυτοί επιθυμούν και προσπαθούν να μη κοινοποιηθούν. Όπως επίσης περιέργεια είναι η συνεχής και αγωνιώδης απασχόληση μέχρι λεπτομερειών με γεγονότα, που συμβαίνουν στον έξω κόσμο, διαδόσεις, γεγονότα πολιτικά, οικονομικά, κλοπές, εγκλήματα, σκάνδαλα και παρόμοια. Είναι δε η περιέργεια, κατά τον ιερό Χρυσόστομο, πάθος ακόρεστον. «Οι πολυπράγμονες και περίεργοι», γράφει, «όσα αν μάθουσιν ούκ ίστανται. Πάθος γάρ έστι και κόρον ούκ έχει».
Αλλά είναι επόμενο με τον τρόπο αυτό, με την έντονη δηλαδή περιέργεια και την άκριτη εξωστρέφεια, να λησμονούμε τον εαυτό μας. Παραμελούμε καθήκοντα μας, ατομικά, οικογενειακά, επαγγελματικά… Μας διαφεύγουν υποθέσεις δικές μας και θέματα δικά μας, τα οποία υπευθύνως πρέπει εμείς να φέρωμεν είς πέρας… Όπως εγίνετο τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους από τους Θεσσαλονικείς, οι οποίοι δεν εργάζοντο, αλλά περιεργάζοντο και τους οποίους ελέγχει στην επιστολή του ο θείος Απόστολος Παύλος (Β’ Θες. Γ’ 13).
Η περιέργεια με την έννοια που της δίνουμε συνήθως, είναι η αδιάκριτη, άκαιρη, και επίμονη απασχόληση με τις υποθέσεις των άλλων, χωρίς πραγματική ανάγκη, αλλά προς ικανοποίηση της αδυναμίας μας. Είναι εξωστρέφεια και μέριμνα να πληροφορηθούμε για υποθέσεις, που δεν αφορούν εμάς, αλλά άλλους, τον γείτονα και γνωστό κλπ. και για τις οποίες ίσως αυτοί επιθυμούν και προσπαθούν να μη κοινοποιηθούν. Όπως επίσης περιέργεια είναι η συνεχής και αγωνιώδης απασχόληση μέχρι λεπτομερειών με γεγονότα, που συμβαίνουν στον έξω κόσμο, διαδόσεις, γεγονότα πολιτικά, οικονομικά, κλοπές, εγκλήματα, σκάνδαλα και παρόμοια. Είναι δε η περιέργεια, κατά τον ιερό Χρυσόστομο, πάθος ακόρεστον. «Οι πολυπράγμονες και περίεργοι», γράφει, «όσα αν μάθουσιν ούκ ίστανται. Πάθος γάρ έστι και κόρον ούκ έχει».
Αλλά είναι επόμενο με τον τρόπο αυτό, με την έντονη δηλαδή περιέργεια και την άκριτη εξωστρέφεια, να λησμονούμε τον εαυτό μας. Παραμελούμε καθήκοντα μας, ατομικά, οικογενειακά, επαγγελματικά… Μας διαφεύγουν υποθέσεις δικές μας και θέματα δικά μας, τα οποία υπευθύνως πρέπει εμείς να φέρωμεν είς πέρας… Όπως εγίνετο τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους από τους Θεσσαλονικείς, οι οποίοι δεν εργάζοντο, αλλά περιεργάζοντο και τους οποίους ελέγχει στην επιστολή του ο θείος Απόστολος Παύλος (Β’ Θες. Γ’ 13).
Πολύ περισσότερο ο περίεργος και εξωστρεφής άνθρωπος δεν
βρίσκει χρόνο, δεν έχει διάθεση να ασχοληθεί με τον έσω άνθρωπο, με τον
πνευματικό του καταρτισμό, την αυτομελέτη, που φέρει αυτογνωσία και βοηθά στην
ειλικρινή μετάνοια και διόρθωση. Δεν ευρίσκει χρόνο να προσευχηθεί, να
μελετήσει το νόμο του Θεού, να ασχοληθεί με τα πνευματικά και ουράνια αγαθά,
είς τα οποία ο άγιος Θεός μας έχει καλέσει.
Το χειρότερο είναι, ότι η περιέργεια δεν παραμένει μόνο στα πλαίσια αυτά. Είναι συνήθως ή και εξελίσσεται σε ένοχο περιέργεια. Οδηγεί τον άνθρωπο να ενδιαφέρεται και να παρακολουθεί πράγματα απαγορευμένα από τον θείο νόμο, με άμεσο αποτέλεσμα την αμαρτία. Δυστυχώς τα μάτια, η σκέψη, τα αυτιά, η καρδιά του περίεργου ανθρώπου περιφέρονται εις τα απαγορευμένα, εφόσον μάλιστα ανέκαθεν «έγκειται η διάνοια του ανθρώπου επιμελώς επί τα πονηρά» (Γεν. η’ 21). Δεν βλέπετε πώς ο περίεργος στρέφεται στις εφημερίδες και με πόση αφοσίωση παρακολουθεί τις περιγραφές, τις φωτογραφίες για τα σκάνδαλα, με πόσο ενδιαφέρον συζητεί γι’ αυτά, με πόση απορρόφηση παρακολουθεί παρόμοιες σκηνές στην τηλεόραση. Με άμεσο αποτέλεσμα, συν τώ χρόνω να επακολουθούν ηθικές πτώσεις – και μάλιστα σε νέους ευφάνταστους και αστήρικτους – τις οποίες εκ των προτέρων ούτε να διανοηθούν μπορούσαν.
Ανάγκη λοιπόν να ληφθούν μέτρα από όλους, ώστε το κακό να κτυπηθεί εγκαίρως και να μη οδηγηθούμε σε πτώση και κατάντημα θλιβερό. Και τα μέτρα αυτά με λίγα λόγια μπορεί να είναι τα εξής:
Να αντιληφθούμε όλοι και να κατανοήσουμε ότι η περιέργεια δεν είναι μια ευχάριστη και διασκεδαστική απασχόληση. Αλλά είναι κακό!
Να πάρουμε σταθερά και συνεχώς να ανανεώνουμε την απόφαση σε ότι παραπλανητικό, περίεργο παρουσιάζεται εμπρός μας, να λέμε «όχι»
Να αναλάβουμε προς τούτο αγώνα συνεχή και αδιάπτωτο, μάλιστα κατά τις κρίσιμες στιγμές του πειρασμού της περιεργείας.
Να στρέφουμε το ενδιαφέρον μας σε έργα αγαθά προς οικοδομή πνευματική ημών των ιδίων και του πλησίον μας.
Να ζητούμε προς τούτο με θερμότητα την βοήθεια του Κυρίου με την προσευχή μας, όπως και ο όσιος Εφραίμ μας τι συνιστά: «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα… περιεργείας… μη μοι δώς…».
Το χειρότερο είναι, ότι η περιέργεια δεν παραμένει μόνο στα πλαίσια αυτά. Είναι συνήθως ή και εξελίσσεται σε ένοχο περιέργεια. Οδηγεί τον άνθρωπο να ενδιαφέρεται και να παρακολουθεί πράγματα απαγορευμένα από τον θείο νόμο, με άμεσο αποτέλεσμα την αμαρτία. Δυστυχώς τα μάτια, η σκέψη, τα αυτιά, η καρδιά του περίεργου ανθρώπου περιφέρονται εις τα απαγορευμένα, εφόσον μάλιστα ανέκαθεν «έγκειται η διάνοια του ανθρώπου επιμελώς επί τα πονηρά» (Γεν. η’ 21). Δεν βλέπετε πώς ο περίεργος στρέφεται στις εφημερίδες και με πόση αφοσίωση παρακολουθεί τις περιγραφές, τις φωτογραφίες για τα σκάνδαλα, με πόσο ενδιαφέρον συζητεί γι’ αυτά, με πόση απορρόφηση παρακολουθεί παρόμοιες σκηνές στην τηλεόραση. Με άμεσο αποτέλεσμα, συν τώ χρόνω να επακολουθούν ηθικές πτώσεις – και μάλιστα σε νέους ευφάνταστους και αστήρικτους – τις οποίες εκ των προτέρων ούτε να διανοηθούν μπορούσαν.
Ανάγκη λοιπόν να ληφθούν μέτρα από όλους, ώστε το κακό να κτυπηθεί εγκαίρως και να μη οδηγηθούμε σε πτώση και κατάντημα θλιβερό. Και τα μέτρα αυτά με λίγα λόγια μπορεί να είναι τα εξής:
Να αντιληφθούμε όλοι και να κατανοήσουμε ότι η περιέργεια δεν είναι μια ευχάριστη και διασκεδαστική απασχόληση. Αλλά είναι κακό!
Να πάρουμε σταθερά και συνεχώς να ανανεώνουμε την απόφαση σε ότι παραπλανητικό, περίεργο παρουσιάζεται εμπρός μας, να λέμε «όχι»
Να αναλάβουμε προς τούτο αγώνα συνεχή και αδιάπτωτο, μάλιστα κατά τις κρίσιμες στιγμές του πειρασμού της περιεργείας.
Να στρέφουμε το ενδιαφέρον μας σε έργα αγαθά προς οικοδομή πνευματική ημών των ιδίων και του πλησίον μας.
Να ζητούμε προς τούτο με θερμότητα την βοήθεια του Κυρίου με την προσευχή μας, όπως και ο όσιος Εφραίμ μας τι συνιστά: «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα… περιεργείας… μη μοι δώς…».
Πηγή: «Του Οσίου η
ευχή», Αρχιμ. Θεοδώρου ΜΠΕΡΑΤΗ