Ο Άγιος Λάζαρος, ο τετραήμερος
του Κωνσταντίνου Αθ.
Οικονόμου, δασκάλου
Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΟΙ
ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΤΕΣ: Ο
Λάζαρος καταγόταν από τη Βηθανία και ήταν αδελφός της Μάρθας και της Μαρίας.
Ήταν φίλος του Ιησού Χριστού (Ιωάν. ια΄5,36, Μτθ. κα΄17, Μάρκ. ια΄11) και
αναστήθηκε από τους νεκρούς από τον Κύριο. Η έγερση του Λαζάρου εξιστορείται με
λεπτομέρεια από τον Ιωάννη στο ιε΄κεφάλαιο του Ευαγγελίου του. Πολλοί
ορθολογιστές βλέπουν στη διήγηση της ανάστασης αυτής απλώς ένα “σύμβολο
πνευματικής ανόρθωσης του αμαρτωλού” και τίποτε περισσότερο.
Όμως σε τέτοιες σκέψεις αντιτάσσονται κάποιες λεπτομέρειες
της περιγραφής του γεγονότος από τον Ευαγγελιστή, που δεν αφήνουν καμία
αμφιβολία για την κυριολεκτικότητα των λόγων του. Έτσι η πόλη Βηθανία (15
στάδια από τα Ιεροσόλυμα), ο χρόνος (νεκρός τετραήμερος), ο φόβος της
δυσοσμίας, η περιγραφή του μνημείου, των ενταφίων σπαργάνων, η συναισθηματική
αντίδραση του Κυρίου, η παρουσία Σαδδουκαίων (που δεν πίστευαν στην ανάσταση),
καθώς και εχθρών του Κυρίου, που ήθελαν να φονεύσουν τον ίδιο τον Ιησού,
αποδεικνύουν περίτρανα ότι ο Ιωάννης ομιλεί περί πραγματικού μεν, συνταρακτικού
δε, γεγονότος.
Ο ΛΑΖΑΡΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Ο Λάζαρος, μετά την ανάστασή
του, γύρω στο 30-33 μ.Χ. έφυγε από τη Βηθανία κι ήρθε στη Λάρνακα της Κύπρου.
Εδώ τον συνήντησαν οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας, όταν μετέβαιναν από τη
Σαλαμίνα στην Πάφο, και τον χειροτόνησαν επίσκοπο της Εκκλησίας, που ίδρυσε ο
ίδιος. Τα τριάντα χρόνια της ζωής του αγίου Λαζάρου μετά την έγερση του από τον
Κύριο στη Βηθανία αναφέρει ό άγιος Έπιφάνιος Κύπρου λέγοντας: «Εν παραδόσεσιν
εύρομεν ότι τριάκοντα ετών ην τότε ό Λάζαρος, ότε έγήγερται μετά δε το
αναστήναι αυτόν άλλα τριάκοντα έζησε καί ούτω προς Κύριον έξεδήμησε κοιμηθείς».
Για τριάντα χρόνια παραμονής του αγίου στον επισκοπικό
θρόνο Κιτίου αναφέρει και ο άγιος Θεόδωρος Στουδίτης στις “Κατηχήσεις”. Ή
παράδοση του λαού αναφέρει ότι ό άγιος Λάζαρος τα τριάντα χρόνια πού έζησε μετά
την ανάστασή του ήταν αγέλαστος, όχι γιατί δεν είχε χάρη Θεού, αφού ανάμεσα στα
αγαθά πού αυτή παρέχει στους πιστούς με το Πανάγιο Πνεύμα είναι «χαρά, ειρήνη,
μακροθυμία, πραότης» (Γαλ. ε’ 22), αλλά γιατί τα μάτια του είδαν τη ατέλειωτη
καταδίκη των αμαρτωλών στην τετραήμερη παραμονή του στον Άδη. Λέγεται μάλιστα ότι γέλασε μόνο μία φορά,
όταν είδε κάποια γυναίκα να κλέβει ένα πήλινο αγγείο (τσούκα) καί το σχολίασε
χαμογελώντας καί λέγοντας: «Πηλός κλέβει πηλόν», δηλαδή ό χωμάτινος άνθρωπος
κλέβει κάτι το χωμάτινο, το ευτελές, αγνοώντας ότι «η ημερα Κυρίου ως
κλέπτης εν νυκτι έρχεται» (Α’ Θεσ. ε’ 2). Η παράδοση των Δυτικών ότι ο Λάζαρος
έδρασε ως ιεραπόστολος στην Προβηγκία και χρημάτισε επίσκοπος Μασσαλίας
ανάγεται στον 12ο αιώνα.
ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ: Μετά τη δεύτερη κοίμηση του, πού
συνέβη οτίς 16 “Οκτωβρίου σύμφωνα με κώδικα των Καυσοκαλυβίων, ο άγιος Λάζαρος
ετάφη σε μαρμάρινη λάρνακα, ή οποία σύμφωνα με το Συναξαριστή της
Κωνσταντινουπόλεως έφερε την επιγραφή: «Λάζαρος ό τετραήμερος καί φίλος του
Χριστού». Στόν κώδικα των Καυσοκαλυβίων στις 16 Όκτωβρίου αναφέρεται
χαρακτηριστικά ότι είναι άτοπο να μην εορτάζεται ιδιαίτερα ένα τόσος μεγάλος
άγιος, αφού η ανάσταση του από τον Κύριο (όπως καί ή ψηλάφηση του Χρίστου από
τον απόστολο Θωμά) δεν είναι εορτές των άγιων, αλλά είναι δεσποτικές εορτές. Η
16η Οκτωβρίου συνδέθηκε με την ημερομηνία ανακομιδής του τιμίου του λειψάνου,
που έγινε στα χρόνια της βασιλείας του Λέοντος ΣΤ’ του Σοφού, (890 μ.Χ). Αυτή
εορτάζεται στις 17 Όκτωβρίου. Η ανάσταση δε του Λαζάρου εορτάζεται το γνωστό
«Σάββατο του Λαζάρου». Με στοργή κι αγάπη διηύθυνε ο άγιος την Εκκλησία του
Κιτίου μέχρι τέλους της ζωής του.
Απολυτίκιο: Ήχος α'
“Την κοινήν Ανάστασιν προ του σου Πάθους πιστούμενος, εκ
νεκρών ήγειρας τον Λάζαρον, Χριστέ ο Θεός. όθεν και ημείς ως οι παίδες, τα της νίκης
σύμβολα φέροντες, Σοι τω νικητή του Θανάτου βοώμεν. Ωσαννά εν τοις υψίστοις,
ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου.”