Οταν πρωτοδιάβασα τὸ θαυμάσιο διήγημα τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμαντη,
«Λαμπριάτικος ψάλτης», πρόσεξα τὸ πόσοι πειρασμοὶ κύκλωναν, λίγο πρὶν τὴν Ἀνάσταση, τοὺς δύο κληρικοὺς ποὺ ἀναφέρονται σ᾿ αὐτό. Πειρασμοί, ποὺ ἐμφανίζονται αὐτὲς
τὶς προεόρτιες ἱερὲς στιγμές, καὶ σκοτίζουν τὶς ψυχὲς τῶν Kληρικῶν καὶ ὄχι
μόνο.
Μέχρι νὰ εἰσέλθουμε στὴν ὥρα τὴ θριαμβευτική,
τῆς Ἀναστάσεως τὴν ὥρα, δηλαδή, ὅπου σιγὰ-σιγά διαλύονται ὅλες οἱ ἀναστολὲς καὶ οἱ περιπέτειες ποὺ ὁ πονηρὸς δημιουργεῖ, μὲ βασικὸ κίνητρο καὶ σκοπό, ὥστε νὰ μὴν κατορθώσει νὰ βιώσει ὁ πιστὸς τὸ μέγα γεγονὸς τῆς Θείας Ἐγέρσεως. Γιατί, μὴν τὸ ξεχνοῦμε, «θανάτου
ἑορτάζομεν νέκρωσιν, Ἅδου τὴν καθαίρεσιν» καὶ «ἀπαρχὴν ἄλλης βιοτῆς», ὁπότε καὶ
ὁ πόλεμος τοῦ μισοκάλου ὅλο καὶ περισσότερο ἐντείνεται.
Ὄχι μονάχα στοὺς ἐφημερίους-Λειτουργούς, ἀλλὰ στοὺς πιστούς, γιατὶ καὶ σ’ αὐτοὺς ἐπιτίθεται ὁ πονηρὸς τοῦτες τὶς προεόρτιες στιγμές, μὲ σκοπὸ νὰ ἀμαυρώσει τὴν ὅλη ἑορταστικὴ ἀτμόσφαιρα ποὺ ἑτοιμάζεται:
Τὴν πανήγυρι τῶν πανηγύρεων. Ὅμως, θὰ ρωτήσει κάποιος, καὶ
εὔλογο θὰ εἶναι τὸ ἐρώτημά του, τελικά, ποιοὶ εἶναι οἱ πειρασμοὶ ποὺ μᾶς
κυκλώνουν, κλῆρο καὶ λαὸ αὐτὲς τὶς περιούσιες ὧρες; Γιατὶ πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι
ποὺ δὲν τοὺς συ- νειδητοποιοῦν, ὥστε νὰ ἐντείνουν ἐκεῖνες τὶς στιγμὲς τὶς
πνευματικές τους δυνάμεις ἤ νὰ προετοιμάσουν «τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ» ( Ἐφ. 6,
13).
Ἔτσι παγιδεύονται ἀπὸ τὸν πονηρό, ὁ ὁποῖος τοὺς ὠθεῖ νὰ πράξουν αὐτὸ ποὺ οἱ περισσότεροι κάνουν: Ν᾿ ἀκούσουν τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη», ἄντε νὰ προσκυνήσουν καὶ... τὴν Ἀνάσταση καὶ ν᾿ ἀναχωρήσουν γιὰ τὸ σπίτι ἤ γιὰ τὸ ὁποιοδήποτε κέντρο, ὅπως γευτοῦν τὸ Πασχαλινὸ τραπέζι. Καί, τὸ κυριώτερο, καταλαμβάνονται
ἀπό μιὰ ἀδημονία, ποὺ κουράζει καὶ τοὺς ἴδιους, ἀφοῦ συχνὰ κοιτάζουν τὴν ὥρα,
γιὰ νὰ εἶναι ἕτοιμοι γιὰ τὴν ἀποχώρηση. Μὲ ἀποτέλεσμα, ὅταν ὅλα τελειώσουν,
γεύματα κλπ. νὰ μένει στὴν ψυχὴ ἕνα κενό, γιατὶ κάτι ἀπόμεινε στὴ μέση, δὲν
ὁλοκληρώθηκε, κι αὐτὸ εἶναι ἡ μοναδικὴ Πασχάλια Θ. Λειτουργία, ποὺ ὄχι μόνο
συγκινεῖ, ἀλλὰ εἰρηνεύει τὴν ψυχή.
Γιατὶ μέσα στὴ λαμπροντυμένη καὶ μυρωμένη ἀπό τὶς ἀνοιξιάτικες εὐωδιὲς ἐκκλησιὰ ξεδιπλώνεται ὅλη ἡ ὀμορφιὰ καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Ἀναστάντος, ποὺ κορυφώνεται,
ὄχι μόνο μὲ τὴ Θεία Μετάληψη, ὅσο καὶ μὲ τὸν Κατηχητικὸ Λόγο τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου:
μοναδικὸ φίλεμα γιὰ τὸν κάθε πιστὸ ποὺ ἀγρύπνησε μὲ τὴν ἀναμμένη του λαμπάδα στὸ χέρι καὶ τὴν καρδιὰ πληρωμένη ἀπό ἀγαλλίαση. Γιατὶ εἶναι Πάσχα, Πάσχα Μέγα
«πάντας ἁγιάζον πιστούς». Ὡστόσο, οἱ πειρασμοὶ πρέπει νὰ γνωρίζουμε πὼς δὲν
ἐνοχλοῦν μόνο τοὺς λαϊκούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς Κληρικούς. Κάθε βαθμίδος καὶ ἡλικίας.
Καὶ μποροῦμε νὰ ποῦμε πὼς οἱ πειρασμοὶ γιὰ ἕνα Ἱερέα π.χ. εἶναι περισσότεροι
ἀπὸ ἐκείνους τοῦ λαϊκοῦ. Γιατὶ τὸ βράδυ αὐτὸ βγαίνει ὅλη ἡ κόπωση τῆς
ἑβδομάδος, τότε προβάλλει ἡ ραθυμία, ἡ ὅποια ψυχοσωματικὴ κατάπτωση, ὁ
σκανδαλισμός καὶ ἡ πίκρα, τὰ ὁποῖα μπορεῖ νὰ φανοῦν μετὰ τὴν ἀποχώρηση τοῦ
ἐκκλησιάσματος, ἀφοῦ ἔχει γίνει ἡ Ἀνάσταση. Ἐπειδὴ τόσες μέρες ἔβλεπε ὁ Ἱερέας
τὸ ναὸ πληρωμένο ἀπὸ κόσμο, ὅπως καὶ τὴν ὥρα ποὺ ἔγινε ἡ Ἀνάσταση, καὶ μὲ μιᾶς
ὅλα ἀλλάξανε. Λιγοστοὶ ἀπόμειναν.
Ὅπως συμβαίνει κάθε χρόνο, παρ᾿ ὅλες τὶς ἐκκλήσεις τοῦ
Ἱερέα, παρ᾿ ὅλη τὴν παροσπάθειά του νὰ κρατήσει τοὺς περισσότερους στὸ ναό. Κάποιες
στιγμές, νὰ ποῦμε τὴν ἀλήθεια, ὁ συνειδητὸς παπᾶς ταλαντεύεται, νοιώθει πίκρα,
γιατὶ βλέπει πόσο παραχαράσσεται τό, «Προσέλθωμεν λαμπαδηφόροι, τῷ προϊόντι
Χριστῷ ἐκ τοῦ μνήματος, ὡς νυμφίῳ, καὶ συνεορτάσωμεν ταῖς φιλεόρτοις τάξεσι,
Πάσχα Θεοῦ τὸ σωτήριον». Μέχρι ποὺ ἀνοίγεται ἡ Θ. Λειτουργία, ἀναγινώσκεται τὸ
θεολογικότατο Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα κι ἀρχίζουν σιγά-σιγά τὰ σύννεφα τῆς
κατήφειας νὰ διαλύονται. Ἄλλωστε τὸ εἴπαμε τόσες φορές καὶ τὸ καταλάβαμε: «Ἀναστήτω ὁ Θεὸς καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ
ἐχθροὶ αὐτοῦ καὶ φυγέτωσαν ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν» (Ψαλμ, 67, 1).
Γιὰ νά 'ρθει κι ἡ κορύφωση μὲ τὸν Κατηχητικὸ Λόγο τοῦ Χρυσορρήμονος, ποὺ πολὺ
σοφὰ ἀναγινώσκεται στὸ τέλος τῆς Θ. Λειτουργίας ὡς μιὰ ἀνταμοιβὴ στοὺς
ἐναπομείναντες συναγρυπνιστές, ὡς ἄλλο φίλεμα καὶ εὐλογία, ποὺ θὰ τὰ κομίσουν
στὰ σπίτια τους μαζὶ μὲ τὴν ἀναμμένη μὲ τὸ Ἅγιο Φῶς λαμπάδα τους. Κι ὅταν γίνει
ἐκείνη ἡ πρώτη συγκινητικὴ καὶ στολισμένη μὲ αἰσιοδοξία ἀναστάσιμη ἀπόλυση καὶ
ἀποχωρήσουν ὅλοι οἱ πιστοί, τότε καταλαβαίνει ὁ καθένας, καὶ πιὸ πολὺ ὁ ἴδιος ὁ
Ἱερέας, πὼς «Ἀνέστη Χριστὸς καὶ
πεπτώκασι δαίμονες. Αὐτῷ ἡ δόξα καί τό κράτος εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
π. Κων. Ν. Καλλιανός
ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ,
ΤΕΥΧΟΣ 152