ΚΥΡΙΑΚΗ Ε´ ΛΟΥΚΑ-Η παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ φτωχοῦ
Λαζάρου
(Λκ. ις΄ 19-31)
Μία ἀπό τίς πιό χαρακτηριστικές παραβολές τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ, ἀκούσαμε σήμερα στό ἱερό εὐαγγέλιο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Εἶναι ἡ
γνωστή σέ ὅλους παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ φτωχοῦ Λαζάρου. Ἀφορμή γιά νά τή
διδάξει ὁ Χριστός ἦταν ἡ φιλαργυρία τῶν Φαρισαίων. Αὐτοί τόν ἄκουαν νά μιλάει
γιά τόν πλοῦτο καί τόν ἔπαιρναν γιά ἀνόητο πού λέει πράγματα γελοῖα. Οἱ
Φαρισαῖοι πίστευαν ὅτι ὁ πλοῦτος καί τά ὑλικά ἀγαθά εἶναι ἀπόδειξη πώς εἴμαστε
καλοί ἄνθρωποι καί πώς ὁ Θεός εἶναι μέ τό μέρος μας.
Ὅταν οἱ ἄλλοι μᾶς βλέπουν νά προκόβουμε σέ πλοῦτο, σέ
δύναμη καί σέ κοσμική ἐπιρροή, πῶς λοιπόν μποροῦν νά ἀμφιβάλλουν γιά τήν
ἁγιοσύνη μας; Ἔτσι δικαίωναν τόν ἑαυτό τούς μπροστά στούς ἀνθρώπους καί ἀδιαφοροῦσαν
γιά τό τί λέει ὁ Θεός γιά αὐτούς. Αὐτή τήν ἀντίληψη, δυστυχῶς, διατηροῦμε καί
πολλοί ἀπό μᾶς σήμερα, δικαιολογώντας ἔτσι τόν ἀτομικισμό καί τό κλείσιμο στόν
ἑαυτό μας. Ὅμως αὐτό εἶναι λάθος. Γιατί, τί θά ποῦμε γιά τούς φτωχούς ὅλου του
κόσμου, πού ἔζησαν καί ζοῦν μέσα στή φτώχια καί τήν κακοπέραση; Τί θά ποῦμε γιά
τούς προφῆτες τοῦ Θεοῦ καί τούς μάρτυρες πού στερήθηκαν καί κακοποιήθηκαν καί
διώχτηκαν ;
Ὅμως, ὅλη ἡ ζωή δέν εἶναι μόνο ὁ παρών βίος. Αὐτό ἔρχεται
ν ἐπισημάνει σήμερα ὁ Χριστός. Ὅτι γίνεται στόν παρόντα βίο ἔχει μία προέκταση
πού πολλές φορές εἶναι μεταβολή στό ἀντίθετο. Ἡ ἀλλαγή τῶν καταστάσεων στήν
παροῦσα φάση τῆς ζωῆς μᾶς εἶναι κάτι πού καί ἡ πείρα τό μαρτυρεῖ ἀλλά καί ἡ
ἀνθρώπινη σκέψη ἔχει ἐπισημάνει ἀπό τήν ἀρχαιότητα ἀκόμη. Ἡ μεγάλη ἀλλαγή καί
συγχρόνως μεγάλη ἔκπληξη συντελεῖται, σύμφωνα μέ τή διήγηση τῆς παραβολῆς, κατά
τή μετάβαση ἀπό τήν ἐδῶ ζωή στή μετά θάνατον. Ἡ ζωή δέν εἶναι μόνο ὁ βίος μας
καί τό τέλος τοῦ βίου μας δέν εἶναι τό τέλος τῆς ζωῆς μας. Ἡ ζωή μᾶς
συνεχίζεται καί ἡ συνέχεια καί προέκτασή της εἶναι ὅπως ἐμεῖς τή θελήσαμε καί
τήν προετοιμάσαμε.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἔχει μία ἀπόλυτη ἀνεξαρτησία ἀπέναντι
στόν πλοῦτο καί σ’ ὅλα τά ἀγαθά τοῦ βίου καί δέν ἐξαρτᾶ τήν ἀξία καί τόν
προορισμό τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν οἰκονομική του κατάσταση καί ἀπό τήν καλοπέρασή
του. Ὁ πλούσιος δέν εἶναι καταδικασμένος γιά τόν πλοῦτο τοῦ ἀλλά γιατί ἡ ζωή
τοῦ εἶναι στηριγμένη στά ἀγαθά του καί ὄχι στό Θεό, γιατί ὅσο ζοῦσε, ἐνῶ εἶχε
ὅλα τά καλά δέν πλησίαζε τό φτωχό Λάζαρο. Ζεῖ μέ τήν οἰκογένειά του στό κλειστό
κύκλωμα τοῦ ἐγωισμοῦ του. Ζώντας ἔτσι ἀπομακρύνεται ἀπό τή φύση του, γιατί ὁ
ἄνθρωπος ὑπάρχει πραγματικά ὅταν εἶναι σέ ἐπικοινωνία πραγματική μέ τοῦ
συνανθρώπους του. Στήν οὐσία ὁ πλούσιος εἶναι νεκρός, ἐπειδή δέν ἔχει καμιά
ἐπιθυμία ἐπαφῆς καί σχέσης μέ τό Λάζαρο.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ὁ φτωχός δέν κερδίζει τήν εὔνοια τοῦ
Θεοῦ, ἐπειδή εἶναι φτωχός, ἀλλά μόνο ἐφόσον στηρίζει τίς ἐλπίδες του στό Θεό
καί ζεῖ σύμφωνα μέ τίς ἐντολές του. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ λεπτομέρεια τῆς
παραβολῆς πώς ὁ φτωχός φέρει ἕνα συγκεκριμένο ὄνομα: Λάζαρος, πού σημαίνει «ὁ
Θεός βοηθεῖ». Ὅπως λοιπόν καί τό ὄνομα τοῦ ὑποδηλώνει ὁ Λάζαρος στηρίζεται στή
βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί ὄχι στά δικά του ἀποκτήματα. Σέ ὅλη του τή ζωή βρισκόταν
σέ μία μόνιμη κατάσταση ἔλλειψης, ὅμως δέν ἦταν ἐπιθετικός, οὔτε βίαιος μέ τόν
πλούσιο πού ἦταν ἐκεῖ μπροστά του.
Ἀνάμεσα στόν πλούσιο καί στό Λάζαρο ὑπάρχει χάσμα. Ὁ
πλούσιος, ἤδη στή γῆ εἶναι πνευματικά μόνος στόν κόσμο, ὅπως μόνος ὑλικά εἶναι
ὁ Λάζαρος. Τό συνειδητοποιοῦν καθαρά μόνο ἀφοῦ ἔχουν ἐγκαταλείψει τό σῶμα τους.
Αὐτό τό χάσμα, ἡ ἀπόσταση, ἡ ἔλλειψη ἐπικοινωνίας καί ὁμιλίας μεταξύ τους εἶναι
κάτι πού ὑπῆρχε καί ἐνῶ ἦταν στόν παρόντα βίο.
Ὁ πλούσιος, κλεισμένος ἑρμητικά στόν ἐγωισμό του, βιώνει
τήν κόλαση ὡς ἔλλειψη οὐσιαστικῆς ἐπικοινωνίας μέ τόν διπλανό του στήν ἐδῶ καί
στήν πέρα τοῦ τάφου ζωή. Αὐτό πού οὐσιαστικά ἔστειλε τόν πλούσιο στήν κόλαση
δέν εἶναι κυρίως αὐτά πού ἔκανε ἀλλά αὐτό πού δέν ἔκανε: ἡ ἀδυναμία του νά
προσέξει τόν ἄλλο. Στό διάστημα τῆς ἐπίγειας ζωῆς του δέν καταδιώκει τό φτωχό,
ἁπλῶς τόν ἀγνοεῖ καί ἀδιαφορεῖ.
«Κόλαση εἶναι, λέει ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος, μία
κατάσταση, ὅπου μοιάζει σά νά εἶστε δεμένος πλάτη μέ πλάτη μέ τόν ἄλλο καί νά
μήν μπορεῖς νά δεῖς τό πρόσωπό του».
«Κόλαση εἶναι ἡ ἄδεια καρδιά», ἔλεγε ἕνας ποιητής. Ὁ
Λάζαρος γίνεται μέ χαρά δεκτός στούς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ, ὄχι ἐπειδή ἦταν
φτωχός, ἀλλά ἐπειδή βίωνε τόν Παράδεισο ὑπομένοντας ἀγόγγυστα τήν κατάστασή του
καί διατηρώντας μέσα σ΄αὐτήν πάντα τήν ἐπιθυμία ἐπικοινωνίας.
Τό ἱερό εὐαγγέλιο δέν ἔχει ὡς σκοπό νά θίξει προβλήματα
κοινωνικῆς ἤ οἰκονομικῆς φύσεως καί οὔτε νά συγκρίνει τούς ἀνθρώπους μέ καθαρά
κοσμικά κριτήρια.
Τό μέγιστο θέμα πού θέτει ἡ παραβολή εἶναι ἡ μετάνοια. Ἡ
πρόσκληση γιά μετάνοια καί ἀλλαγή νοοτροπίας, ζωῆς καί στάσεως ἔναντι τῶν ἄλλων
εἶναι ὑπόθεση μόνο τῆς παρούσας ζωῆς καί ὄχι τῆς μέλλουσας. Ἡ κατάλληλη ὥρα τῆς
μετάνοιας καί τῆς ριζικῆς ἀλλαγῆς μᾶς εἶναι ἡ τωρινή. Στό προσκλητήριο τοῦ Θεοῦ
γιά μετάνοια, πού μᾶς ἀπευθύνει ἡ Ἐκκλησία σήμερα, μέ τήν ἀνάγνωση τῆς
παραβολῆς αὐτῆς, καλούμαστε νά ἀπαντήσουμε τώρα, αὐτή τή στιγμή θετικά χωρίς
καμιά ἀναβολή. Ὄχι γιατί καιροφυλαχτεῖ ἡ ἀπειλή τοῦ θανάτου, ἀλλά γιατί
καλούμαστε ἐδῶ καί τώρα, στό παρόν, σέ μία ποιότητα ζωῆς ὑψηλῶν ἀπαιτήσεων
ἐντός της Ἐκκλησίας καί σέ ἄμεση ἀγαπητική κοινωνία μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους,
τούς φτωχούς ἀδελφούς του Κυρίου.
Ὅλα τά παραπάνω δέν ἀποτελοῦν θεωρίες καί ὡραία ἀλλά
ἀνεφάρμοστα λόγια. Γίνονται πράξη καθημερινή, βρίσκοντας ταιριαστή ἐφαρμογή στά
πρόσωπα καί στή ζωή τῶν ἁγίων μας, ἰδίως τῶν σήμερα ἑορταζομένων ἁγίων
Ἀναργύρων. Ἅμἤν
Ιερά Μητρόπολις Σερβίων και Κοζάνης
π. Μ.Κ.