Ο Άγιός μας γεννήθηκε στην Αθήνα την χρονική περίοδο που αυτοκράτορας ήταν στο Βυζάντιο ο Αλέξιος ο Κομνηνός. Οι γονείς του εύποροι, τον ανάθρεψαν «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», του προσέφεραν ότι καλύτερο μπορούσαν. Μετά το θάνατο των γονέων του, γίνεται κληρικός. Αγωνίζεται μέσα από την ιδιότητά του να προσφέρει στους ανθρώπους το ζωντανό Λόγο του Θεού. Η ζωή του γίνεται πρότυπο ευσυνείδητου ιερέως, παράδειγμα προς μίμηση λαϊκών και κληρικών. Η ψυχή του όμως σκέφτεται έντονα την απόλυτη αφιέρωση. Στεναχωριέται με το θόρυβο και τη φασαρία της πόλεως, γι’ αυτό και αποφασίζει να φύγει. Οδηγεί τα βήματά του στην Ιερά Μονή του Οσίου Μελετίου στον Κιθαιρώνα.
Εκεί βρίσκει ηρεμία, ησυχία, κάτι που ποθούσε η καρδιά του. Ο Όσιος Μελέτιος ως φιλόστοργος πατέρας, τον δέχθηκε στην Ιερά Μονή και τον έκειρε μοναχό και στη συνέχεια Μεγαλόσχημο. Ο Όσιος Κλήμης, ενθουσιασμένος με αυτά που βρήκε στο μοναστήρι και από τη στιγμή που έλαβε το Αγγελικό Σχήμα, αγωνίζεται σκληρά. Εάν κοπίαζε πριν, τώρα προσθέτει και άλλο κόπο και εάν αγρυπνούσε πριν, τώρα προσθέτει και άλλες αγρυπνίες. Φθάνει σε υψηλά μέτρα πνευματικής ζωής, αξιώνεται από τον Κύριό μας να δει με τα μάτια της ψυχής του, πράγματα που μόνο οι Άγγελοι και οι Άγιοι στον Παράδεισο βλέπουν. Ο Άγιος Κλήμης προσπαθώντας να κρύψει αυτά που ζούσε, για να αποφύγει τους επαίνους των ανθρώπων, τα απογεύματα ανέβαινε στο βουνό που βρίσκεται απέναντι από το Σαγμάτειο Όρος (Πόρτες). Αυτό όμως κάποτε προκάλεσε την περιέργεια ενός μοναχού, το όνομα του οποίου ήταν Ιάκωβος, που κρυφά τον ακολούθησε και έκπληκτος έζησε ένα εξαίσιο θέαμα. Όταν ο Άγιος σήκωνε τα χέρια του στον ουρανό για να προσευχηθεί, τότε ανυψωνόταν και ο ίδιος πάνω από το έδαφος. Αυτό που είδε ο μοναχός Ιάκωβος, το διέδωσε σε όλους τους μοναχούς στην αδελφότητα με αποτέλεσμα ο σεβασμός και η εκτίμηση όλων προς το πρόσωπο του Κλήμη να ανέβει σε υπέρτατο βαθμό. Όταν ο Άγιός μας αντελήφθη τι είχε συμβεί, στεναχωρήθηκε, διότι αυτός κρυβόταν κα δεν επιθυμούσε τη δόξα των ανθρώπων. Μετά από αυτό και παρότι μόναζε ήδη επί τριάντα χρόνια στη Μονή, αποφάσισε να φύγει κρυφά. Κατέφυγε στο Σαγμάτειο όρος και για λίγο καιρό έμεινε στο εκεί Μοναστήρι. Στη συνέχεια ανακάλυψε μία πολύ μικρή και απότομη σπηλιά στο γκρεμό του όρους στην οποία αποφάσισε να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής του.
Δε μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους τις δυσκολίες και ταλαιπωρίες που ο Άγιος υπέφερε. Όμως η υπομονή που τον διέκρινε, το αγωνιστικό φρόνημα και απόλυτη πίστη στο Σωτήρα Χριστό, έγιναν αιτία να ξεπεράσει τα πάντα και να αξιωθεί να λάβει πολλά χαρίσματα από το Θεό. Οι μοναχοί του Μοναστηριού του όμως, που είχε αφήσει μετά από τόσα χρόνια, στεναχωρήθηκαν πολύ. Άρχισαν να ψάχνουν τη γύρω περιοχή. Φθάσαν τελικά στο Σαγμάτειο όρος και βρήκαν αυτό που επιθυμούσαν. Διότι και εδώ ο Άγιος, είχε γίνει φωτεινός φάρος για πολλές ψυχές. Θερμά τον παρακάλεσαν να επιστρέψει. Εκείνος όμως με αποφασιστικό τρόπο, τους είπε ότι θα ζήσει πλέον στο χώρο αυτό, διότι ήθελε την ησυχία, τη σιωπή και όχι τους επαίνους των ανθρώπων. Όταν ο ηγούμενος (είχε αναπαυθεί εν Κυρίω ο Όσιος Μελέτιος) έμαθε τα νέα, στεναχωρήθηκε πολύ και για να αναγκάσει τον Όσιο να αλλάξει γνώμη, του επέβαλε το επιτίμιο του αφορισμού. Ο Όσιος Κλήμης όμως, παρέμεινε σταθερός και ακλόνητος στην απόφασή του «υστερούμενος, θλιβόμενος, κακουχούμενος», άντεξε με γενναιότητα όλους τους πειρασμούς και τίποτε από όλα αυτά δεν τον εμπόδιζε να μιλάει στο Θεό. Έμεινε σε αυτό σκληρό τρόπο ασκήσεως τριάντα ολόκληρα χρόνια. Ο ηγούμενος που του είχε επιβάλει το επιτίμιο του αφορισμού, λίγο πριν πεθάνει, ελεγχόμενος έντονα από τη συνείδησή του, ζήτησε να τον πάνε στον Άγιο στο Σαγματά. Εκεί, έξω από το σπήλαιο και με δάκρυα στα μάτια, ζήτησε από τον Όσιο Κλήμη συγχώρεση και ο Άγιος χωρίς να φαίνεται του απάντησε «ο Θεός να σε συγχωρήσει, αδελφέ μου και εις την παρούσα ζωήν και εις τη μέλλουσαν». Έτσι ο Όσιος Κλήμης προσευχόμενος και αγωνιζόμενος, μεγάλης πλέον ηλικίας, εκοιμήθη το 1111 μ.Χ. Τα θαύματά του και πρεσβείες του στο θρόνο του Θεού συνεχίστηκαν και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Οι ευλαβείς χριστιανοί της Βοιωτίας αλλά και της Εύβοιας, καταφεύγουν με σιγουριά στην Ιερά Μονή Σαγματά, που φυλάσσεται η Ιερά και Σεβάσμιά του Κάρα και του εναποθέτουν προβλήματα, αγωνίες και δυσκολίες που έχουν, με τη βεβαιότητα ότι έχουν έναν πολύτιμο σύμμαχο στον αγώνα της ζωής και έναν πρεσβευτή στο θρόνο του Χριστού. Αυτό που πρέπει να γνωρίζουμε όλοι μας είναι ότι οι Άγιοί μας είναι οδηγοί στο δρόμο του Χριστού. Και ένας από αυτούς, ο Άγιος Κλήμης είναι κοντά μας, δίπλα μας και μας προστατεύει με τις θερμές του ικεσίες.
Δε μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους τις δυσκολίες και ταλαιπωρίες που ο Άγιος υπέφερε. Όμως η υπομονή που τον διέκρινε, το αγωνιστικό φρόνημα και απόλυτη πίστη στο Σωτήρα Χριστό, έγιναν αιτία να ξεπεράσει τα πάντα και να αξιωθεί να λάβει πολλά χαρίσματα από το Θεό. Οι μοναχοί του Μοναστηριού του όμως, που είχε αφήσει μετά από τόσα χρόνια, στεναχωρήθηκαν πολύ. Άρχισαν να ψάχνουν τη γύρω περιοχή. Φθάσαν τελικά στο Σαγμάτειο όρος και βρήκαν αυτό που επιθυμούσαν. Διότι και εδώ ο Άγιος, είχε γίνει φωτεινός φάρος για πολλές ψυχές. Θερμά τον παρακάλεσαν να επιστρέψει. Εκείνος όμως με αποφασιστικό τρόπο, τους είπε ότι θα ζήσει πλέον στο χώρο αυτό, διότι ήθελε την ησυχία, τη σιωπή και όχι τους επαίνους των ανθρώπων. Όταν ο ηγούμενος (είχε αναπαυθεί εν Κυρίω ο Όσιος Μελέτιος) έμαθε τα νέα, στεναχωρήθηκε πολύ και για να αναγκάσει τον Όσιο να αλλάξει γνώμη, του επέβαλε το επιτίμιο του αφορισμού. Ο Όσιος Κλήμης όμως, παρέμεινε σταθερός και ακλόνητος στην απόφασή του «υστερούμενος, θλιβόμενος, κακουχούμενος», άντεξε με γενναιότητα όλους τους πειρασμούς και τίποτε από όλα αυτά δεν τον εμπόδιζε να μιλάει στο Θεό. Έμεινε σε αυτό σκληρό τρόπο ασκήσεως τριάντα ολόκληρα χρόνια. Ο ηγούμενος που του είχε επιβάλει το επιτίμιο του αφορισμού, λίγο πριν πεθάνει, ελεγχόμενος έντονα από τη συνείδησή του, ζήτησε να τον πάνε στον Άγιο στο Σαγματά. Εκεί, έξω από το σπήλαιο και με δάκρυα στα μάτια, ζήτησε από τον Όσιο Κλήμη συγχώρεση και ο Άγιος χωρίς να φαίνεται του απάντησε «ο Θεός να σε συγχωρήσει, αδελφέ μου και εις την παρούσα ζωήν και εις τη μέλλουσαν». Έτσι ο Όσιος Κλήμης προσευχόμενος και αγωνιζόμενος, μεγάλης πλέον ηλικίας, εκοιμήθη το 1111 μ.Χ. Τα θαύματά του και πρεσβείες του στο θρόνο του Θεού συνεχίστηκαν και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Οι ευλαβείς χριστιανοί της Βοιωτίας αλλά και της Εύβοιας, καταφεύγουν με σιγουριά στην Ιερά Μονή Σαγματά, που φυλάσσεται η Ιερά και Σεβάσμιά του Κάρα και του εναποθέτουν προβλήματα, αγωνίες και δυσκολίες που έχουν, με τη βεβαιότητα ότι έχουν έναν πολύτιμο σύμμαχο στον αγώνα της ζωής και έναν πρεσβευτή στο θρόνο του Χριστού. Αυτό που πρέπει να γνωρίζουμε όλοι μας είναι ότι οι Άγιοί μας είναι οδηγοί στο δρόμο του Χριστού. Και ένας από αυτούς, ο Άγιος Κλήμης είναι κοντά μας, δίπλα μας και μας προστατεύει με τις θερμές του ικεσίες.
Η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του στις 26 Ιανουαρίου. Λόγω των εκάστοτε δύσκολων καιρικών συνθηκών στο όρος του Σαγματά συνεορτάζεται η μνήμη του Οσίου Κλήμεντα μαζί με την μνήμη του Οσίου Γερμανού του εν Σαγματά († 1 Μαΐου)
Ἀπολυτίκιον
Ήχος α’.
Τον πλούτον και την δόξαν του ματαίου αιώνος εμίσησας θεόφρων, οσιώτατε Κλήμης, και όρος κατέλαβες τραχύ, εν ω προσομίλεις τω Θεώ, διά τούτο συνελθόντες, επαξίως ευφημούμεν σε: δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι διά σου πάσι ιάματα.
Κοντάκιον
Ήχος πλ. δ’. Την Υπερμάχω Στρατηγώ
Τους εν ασκήσει φαεινούς και ουρανόφρονας, και του Χριστού ως αληθώς θείους θεράποντας, Κλήμεντα και Γερμανόν ανευφημήσωμεν, ούτοι γαρ ως ποταμούς ιάματα βρύουσι, τοις θερμώς τοις λειψάνοις αυτών πελάζουσι, και κραυγάζουσι, χαίρε ζεύγος αγιόλεκτον.
Ὁ Οἶκος
Άγγελοι τη ασκήσει, Θεοφόροι δειχθέντες, πορεύετε ημίν τας ελλάμψεις θεόθεν, και τας γε αειφώτους μαρμαρυγάς της αρετής, και του θείου φωτός την καλλονήν` διό και κραυγάζομεν, τοιαύτα μεγαλοφώνως:
Χαίρε Κλήμης, ασκητών καλλονή
Χαίρε Γερμανέ, φυτόν αειθαλές
Χαίρε μοναζόντων το εγκαλλώπισμα
Χαίρε Βοιωτίας το αγαλλίαμα
Χαίρετε φωσφόροι και λαμπτήρες αείφωτοι
Χαίρετε καλλονής Παραδείσου επόπται
Χαίρετε κρουνοί των θαυμάτων αέναοι
Χαίρετε φαιδροί μαργαρίται θείοι
Χαίρετε των εν βίω ακέστορες
Χαίρε ζεύγος αγιόλεκτον.