Ἡ Ἐκκλησία μας τὴν 31η Ἰανουαρίου ἑορτάζει τὴν μνήμη τῶν
Ἁγίων καὶ θαυματουργῶν Ἀναργύρων Κύρου καὶ Ἰωάννου. Οἱ θαυματουργοί αὐτοί ἅγιοι
ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ ἀσεβοῦς βασιλέως Διοκλητιανοῦ (292). Ὁ Κῦρος γεννήθηκε στὴν
Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου, ὁ δὲ Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα τῆς
Μεσοποταμίας.
Οἱ γονεῖς τοῦ Κύρου ἦταν πολύ εὐσεβεῖς χριστιανοί καὶ
ἀνέθρεψαν τὸν υἱὸν τους «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου». Τὸν δίδαξαν τὴν ἀγάπη
καὶ τὴν πίστη στὸν Χριστό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ γίνει εὐλαβής καὶ ἐνάρετος
Χριστιανός. Ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἦταν τὸ καθημερινό ἐντρύφημά του· μὲ
αὐτὴν κοιμότανε καὶ μὲ αὐτήν ξυπνοῦσε. Ἡ φρόνηση, ἡ κοσμιότητα καὶ ἡ ταπείνωση
ἦταν μερικά ἀπο τὰ πολλά χαρίσματά του. Ὅσο μεγάλωνε στὴν ἡλικία, δυνάμωνε μέσα
του ὁ θεῖος ἔρωτας καὶ σκληραγωγοῦσε τὸ σῶμα του μὲ νηστεία, ἀγρυπνία καὶ μὲ
κάθε ἐγκράτεια, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ πάθη, τὰ ὁποῖα
ἀπομακρύνουν τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐνῶ ἦταν νέος ἀκόμη ζοῦσε ἀγγελική ζωή.
Οἱ γονεῖς του, παράλληλα μὲ τὴν κατὰ Χριστόν μόρφωσή του,
φρόντισαν νὰ τοῦ δώσουν καὶ κοσμική μόρφωση· δηλαδή νὰ σπουδάσει τὴν ἰατρική
τέχνη, ὄχι βέβαια για τὴν ἀπόκτηση χρημάτων ἤ ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἀλλά γιὰ τὴν
βοήθεια πασχόντων καὶ δυστυχισμένων συνανθρώπων.
Ἔτσι ὁ Κῦρος ἔγινε
ἕνας ἐμπειρότατος ἰατρός. Στὸ ἰατρικό ἐργαστήριο του κατέφευγε πλῆθος ἀρρώστων
ἀνθρώπων, ποὺ θεραπεύονταν ὄχι μόνο μὲ τὶς ἰατρικές θεραπεῖες, οἱ ὁποῖες
γίνονταν τότε μὲ βότανα καὶ μὲ διάφορα φάρμακα, ἀλλά κυρίως θαυματουργικῶς, μὲ
τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Γιατί μὲ τὴν πρόφαση τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης δίδασκε στοὺς
ἀνθρῶπους τὴν ευσέβεια καὶ τοὺς μὲν εἰδωλολάτρες ὁδηγοῦσε στὴν χριστιανική
πίστη, τοὺς δε πιστούς στερέωνε σ΄αὐτήν. Θεωροῦσε ὡς αἰτία πολλῶν ἀσθενειῶν τὴν
ἀμαρτία, στηριζόμενος μάλιστα στὸ γεγονός τῆς θεραπεῖας τοῦ παραλυτικοῦ τῆς
Βηθεσδᾶ, στὸν ὁποῖον ὁ Κύριος, μετὰ τὴν θαυματουργική θεραπεῖα εἶπε: «Ἴδε,
ὑγιής γέγονας· μηκέτι ἀμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρον τὶ σοι γένηται». Δηλαδή, δὲς πόσο
ἀνέλπιστα, χωρίς κόπο καὶ δαπάνες ἔγινες ὑγιής, προσπάθησε τώρα νὰ μὴν
ἐπανέλθεις στὴν άμαρτωλή ζωή, γιὰ νὰ μὴν σοῦ συμβεῖ κάτι χειρότερο (Ἰωάν.
5,14). Οἱ λόγοι αὐτοί τοῦ Σωτῆρος φανερώνουν, ὅτι ἡ μακροχρόνια ἐκείνη παράλυση
ἦταν ἀποτέλεσμα ἁμαρτωλῆς ζωῆς. Γιατὶ πολλές ἀρρώστειες εἶναι ἀποτέλεσμα
ὁρισμένων ἀμαρτημάτων.
Ἔτσι καὶ ὁ ἅγιος Κῦρος ἀκολουθῶντας τὴν διδασκαλία τοῦ
Κυρίου μας, ἔγινε αἴτιος σωτηρίας πολλῶν ψυχῶν, γιατί μαζί μὲ τὴν θεραπεία τοῦ
σώματος προσπαθοῦσε νὰ δώσει καὶ τὴν θεραπεία τῆς ψυχῆς. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό
ἔλεγε: «Ὅποιος θέλει νὰ μὴν ἄρρωστήσει, ἄς φυλάγεται ἀπὸ τὴν ἄμαρτία, ἐπειδή
ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες ἔρχεται πολλές φορές ἡ ἀρρώστεια».
Τὸ ἰατρικό ἐργαστήριο τοῦ ἁγίου Κύρου ἔγινε κολυμβήθρα τοῦ
Σιλωάμ, στὴν ὁποῖα ἔβρισκαν θεραπεία ἀπὸ κάθε νόσο καὶ κάθε ἀσθένεια, ὅσοι
κατέφευγαν ἐκεῖ. Αὐτό βέβαια δεν εἶναι παράξενο, γιατί ὁ Κύριός μας μᾶς εἶπε:
«Ἀμήν, ἀμήν λέγω ὑμῖν, ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ, τὰ ἔργα ἅ ἐγώ ποιῶ κακεῖνος ποιήσει
καὶ μείζονα τούτων ποιήσει». Δηλαδή, ἀλήθεια, ἀλήθεια σᾶς λέγω, ἐκεῖνος ποὺ
πιστεύει σὲ μένα, τὰ ὑπερφυσικά ἔργα ποὺ κάνω ἐγώ θὰ κάνει καὶ ἐκεῖνος καὶ
μεγαλύτερα ἀπὸ αὐτά θὰ κάνει (Ἰωαν. 14,12).
Ὁ ἅγιος Κῦρος ἀπέκτησε μεγάλη φήμη. Ἡ κατά Χριστόν ζωή του
ὅμως, ἔγινε ἀφορμή νὰ ὀργιάσουν ἐναντίον του οἱ ἐχθροί τῆς πίστεὼς μας καὶ
ἄρχισαν ἕνα φοβερό πόλεμο σὲ δύο μέτωπα. Ἀπό τὴν μία οἱ εἰδωλολάτρες καὶ ἀπό
τὴν ἄλλη οἱ ἰατροί, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν εὐκαιρία νὰ τὸν συκοφαντήσουν στὸν
ἄρχοντα τοῦ τόπου, γιατί ἀσφαλῶς «τοὺς χαλοῦσε τὴν πιάτσα», ἀφοῦ θεράπευε χωρίς
ἀμοιβή· γι΄ αὐτό ὀνομάστηκε καὶ ἀνάργυρος. Ἔτσι, λοιπόν, οἱ ἐχθροί τοῦ ἁγίου
τὸν κατηγόρησαν ὡς χριστιανό στὸν ἄρχοντα τῆς πόλεως, ὁ ὁποῖος ἦταν σκληρότατος
καὶ ἀπάνθρωπος, ὅτι στρέφεται ἐναντίον τῶν εἰδώλων καὶ ὁτι δὲν φοβᾶται τὴν
δύναμή του καὶ τὴν ἐξουσία του καὶ καθημερινῶς μεταδίδει τὴν χριστιανική πίστη
σὲ ὅλους τοὺς ἄνθρώπους. Τότε, λοιπόν, ὁ ἄρχοντας διέταξε νὰ φέρουν τὸν Κῦρο
στὸ δικαστήριο. Αὐτός ὅμως ἔφυγε στὴν Ἀραβία, ὄχι ἀπὸ δειλία, ἀλλά ἀπὸ θεῖα
οἰκονομία, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει καὶ ἐκεῖ εἰδωλολάτρες στὴν ἀληθινή πίστη. Ἐκεῖ
πῆγε σὲ μοναστήρι, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀνέλθει σὲ ὑψηλά πνευματικά ἐπίπεδα.
Θεράπευε κάθε ἀσθένεια μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Ἡ φήμη τῆς
θαυματουργικῆς του χάριτος, μὲ τὴν ὁποῖα ἦταν προικισμένος ὁ ἅγιος Κῦρος, ἔφερε
σ΄ αὐτόν συμμοναστή του κάποιον στρατιώτη μὲ τὸ ὄνομα Ἰωάννη.
Ὁ Ἰωάννης στολισμένος καὶ αὐτός ἐπίσης μὲ πολλά πνευματικά
χαρίσματα ἔγινε στρατιώτης τοῦ Οὐρανίου Βασιλέως. Ἀφοῦ μοίρασε ὁλη τὴν
περιουσία του στοὺς πτωχούς καὶ ἀπελευθερώθηκε ἀπὸ κάθε ἐπίγεια δόξα, φρόντιζε
γιὰ τοὺς ἀδυνάτους καὶ ἀρρώστους καὶ ἐμιμεῖτο τὴν ζωή καὶ τοὺς ἔνθεους ἀγῶνες
τοὺ ἁγίου Κύρου. Οἱ δύο ἅγιοι μὲ τὴν δύναμη τῆς πίστεως στὸν Χριστό ὄχι μόνο
γιάτρευαν θαυματουργικά κάθε πάσχοντα, ποὺ πήγαινε στὸ ἐρημητήριό τους, ἀλλά
ἀγωνίζονταν καὶ σκληρά γιὰ νὰ στὴν πίστη τοὺς δοκιμαζομένους ἀδελφούς τους.
Ἔτσι, ὅταν ἔμαθαν ὅτι σὲ κάποια πόλη τῆς Συρίας ὁ σκληρός
καὶ ἀπάνθρωπος ἡγεμόνας Συριανός ἐφυλάκισε μία χήρα γυναίκα, τὴν Ἀθανασία, μὲ
τὶς τρεῖς νεαρές θυγατέρες της, τὴν Θεοκτίστη (15 χρονῶν), τὴν Θεοδότη (13
χρονῶν) καὶ τὴν Εὐδοξία (11 χρονῶν) καὶ εἶχε σκοπό νὰ τὶς βασανίσει, γιατί
κήρυτταν τὸν Χριστό ὡς ἀληθινό Θεό, τότε οἱ δύο ἅγιοι χωρίς νὰ φοβηθοῦν πῆγαν
στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου καὶ νουθετοῦσαν, δυνάμωναν καὶ παρακινοῦσαν μὲ τὸ λόγο
τους τὶς τέσσερεις γυναῖκες στὸν ἀγῶνα τοῦ μαρτυρίου. Νὰ μὴν φοβηθοῦν τὰ
βασανιστήρια καὶ χάσουν τὸ στεφάνι τοῦ Οὐρανίου Βασιλέως Χριστοῦ.
Ἐξαιτίας, ὅμως αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ὁ Συριανός θύμωσε καὶ
διέταξε νὰ φέρουν μπροστά του τοὺς ἁγίους Κῦρο καὶ Ἰωάννη, τοὺς ὁποίους ὑπέβαλε
σὲ φρικτά βασανιστήρια. Ἀκόμη διέταξε νὰ φέρουν στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου καὶ τὴν
ἁγία Αθανασία μὲ τὶς τρεῖς μικρές κόρες της, νὰ βλέπουν τὰ βασανιστήρια, οὔτως
ὥστε νὰ φοβηθοῦν καὶ νὰ ὑπακούσουν στὶς διαταγές τοῦ σκληροῦ ἄρχοντα.
Ὅμως οἱ τέσσερεις γυναῖκες, οἱ ὁποῖες ἀγάπησαν τόσο πολύ τὸν Θεό, ἔμεναν ἀμετάκλητες στὴν πίστη τους καὶ περίμεναν με πόθο τὴν ὥρα τοῦ μαρτυρίου, γιὰ νὰ πάρουν τὸ στεφάνι τῆς νίκης. Καὶ ἐπειδή ἀρνήθηκαν ὄχι μόνο νὰ ὑπακούσουν στὶς διαταγές τοῦ τυράννου ἄρχοντα, ἀλλά καὶ δημόσια ἐκήρυτταν τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὡς Σωτῆρα καὶ ἀληθινό Θεό, ὁ αἰμοβόρος ἄρχοντας διέταξε νὰ θανατωθοῦν μὲ ἀποκεφαλισμό. Τότε οἱ μακάριες ὄχι μόνο δὲν ἐδειλίασαν, ἀλλά μὲ χαρά ἔσκυψαν τὸν αὐχένα καὶ δέχτηκαν τὸ μακάριο τέλος.
Ὅμως οἱ τέσσερεις γυναῖκες, οἱ ὁποῖες ἀγάπησαν τόσο πολύ τὸν Θεό, ἔμεναν ἀμετάκλητες στὴν πίστη τους καὶ περίμεναν με πόθο τὴν ὥρα τοῦ μαρτυρίου, γιὰ νὰ πάρουν τὸ στεφάνι τῆς νίκης. Καὶ ἐπειδή ἀρνήθηκαν ὄχι μόνο νὰ ὑπακούσουν στὶς διαταγές τοῦ τυράννου ἄρχοντα, ἀλλά καὶ δημόσια ἐκήρυτταν τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὡς Σωτῆρα καὶ ἀληθινό Θεό, ὁ αἰμοβόρος ἄρχοντας διέταξε νὰ θανατωθοῦν μὲ ἀποκεφαλισμό. Τότε οἱ μακάριες ὄχι μόνο δὲν ἐδειλίασαν, ἀλλά μὲ χαρά ἔσκυψαν τὸν αὐχένα καὶ δέχτηκαν τὸ μακάριο τέλος.
Ὕστερα ἀπὸ ὅλα αὐτά βλέποντας ὁ ἀσεβής Συριανός τοὺς
Ἁγίους Κῦρο καὶ Ἰωάννη νὰ ἐξακολουθοῦν νὰ μένουν ἀκλόνητοι καὶ ἀμετακίνητοι
στὴν πίστη τους πρὸς τὸν ἀληθινό Θεό, παρ΄ ὅλα τὰ φοβερά μαρτύρια ποὺ
ὑπέστησαν, ἔδωσε ἐντολή νὰ κόψουν καὶ αὐτῶν τὶς κεφαλές, τὴν 31η Ἰανουαρίου·
καὶ οἱ μὲν ἅγιες καὶ αγνὲς ψυχές τους μετέβησαν στὸν οὐρανό, τὰ δὲ τίμια
λείψανά τους πῆραν οἱ εὐλαβεῖς χριστιανοί καὶ τὰ ἐνεταφίασαν στὸν Ἱερό Ναό τοῦ
Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου.
Ἀγαπητοί χριστιανοί,
Τὸ μαρτυρικό τέλος τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας ὑπῆρξε
πραγματικά συγκλονιστικό. Χάρη στὴν ἀκατάβλητη δύναμη ποὺ ἔπαιρναν ἀπὸ τὸν Θεό,
ἄντιμετώπισαν τὰ φρικτά ἐκεῖνα βασανιστήρια. Ἔτσι εὐαρέστησαν καὶ ἐδόξασαν τὸν
Θεό, ὅπως βεβαιώνει καὶ ὁ ἱερός ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας μας:
Ἰατροί ἀνεδείχθητε,
ἀσθενούντων Μακάριοι
καὶ φωστῆρες ἄδυτοι
διὰ πίστεως·
ὁμολογίας συνήγοροι,
Μαρτύρων συμμέτοχοι,
τοὺς στεφάνους
ἀληθῶς, τοὺς τῆς νίκης δεξάμενοι.
Κῦρε ἔνδοξε, καὶ
σοφέ Ἰωάννη,
ἀσιγήτως δυσωπεῖτε
τὸν Σωτῆρα,
ὑπὲρ ἡμῶν
Παμμακάριστοι.