Ο Παντοκράτωρ Ιησούς Χριστός

Ο Παντοκράτωρ Ιησούς Χριστός

Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2017

Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 19 Νοεμβρίου 2017, Θ΄ Λουκᾶ (Λουκ. ιβ΄ 16-21)




Eἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύ­την· ἀνθρώπου τι­νὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέ­γων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀ­ποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου, καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου. εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν. ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.


«Οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν»
Μὲ τὰ παραπάνω λόγια κατακλείει ὁ Κύριος τὴν Παραβολὴ τοῦ ἄφρονος πλουσίου, ποὺ ἀκούσαμε στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. «Οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ»· δηλαδή: Ἔτσι θὰ εἶναι, τέτοιο πάθημα, τέτοιο τέλος θὰ ἔχει· ποιός; «ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ»· αὐτὸς ποὺ θησαυρίζει ὑλικὰ ἀγαθὰ γιὰ τὸν ἑαυτό του, γιὰ νὰ τὰ ἀπολαμβάνει ἐγωιστικὰ μόνο ἐκεῖνος· «καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν»· καὶ δὲν πλουτίζει σὲ πνευματικοὺς θησαυρούς, στοὺς ὁποίους μόνο ἀρέσκεται ὁ Θεός.
Ἂς δοῦμε λοιπὸν ποιὸ εἶναι τὸ πάθημα ἐκείνου ποὺ θησαυρίζει γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ ποιὰ εἶναι ἡ εὐτυχία ἐκείνου ποὺ πλουτίζει ὅπως θέλει ὁ Θεός.


1. Ἀγωνιώδης μέριμνα, αἰώνια ἀπώλεια
Ὁ πλεονέκτης πρῶτα-πρῶτα ἔχει πιστέψει σ᾿ ἕνα ψέμα: ὅτι ἡ εὐτυχία βρίσκεται στὴν ἀπόλαυση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἄφρων πλούσιος λέει: «Ψυχή… φάγε, πίε, εὐφραίνου». Μὰ μήπως τρώει φαγητὰ ἡ ψυχή; Ἡ ψυχὴ εἶναι ἄϋλη, πνευματική, δὲν ἱκανοποιεῖται μὲ τὶς ἐγκόσμιες ἀπολαύσεις. Αὐτὸ λοιπὸν εἶναι τὸ πρῶτο πάθημα τοῦ πλεονέκτη, τὸ ὁποῖο εἶναι ἡ αἰτία καὶ ὅλων τῶν ἄλλων παθημάτων του.
Ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς πλάνης του ὁ πλεονέκτης μέρα καὶ νύχτα σκέπτεται, σχεδιάζει καὶ ἐργάζεται, προκειμένου ν᾿ ἀποκτήσει ὅλο καὶ περισσότερα ἀγαθά. Ὅταν δὲν ἀποδίδουν τὰ χωράφια του ἢ ἡ ἐπιχείρησή του, μαραζώνει ἀπὸ τὴ λύπη του. Ὅταν ἔχει κέρδος, πανηγυρίζει καὶ χαίρεται, γιὰ νὰ διαδεχθοῦν πολὺ σύντομα τὴ χαρά του νέες ἀγωνιώδεις σκέψεις καὶ προσπάθειες γιὰ τὸ πῶς θὰ πολλαπλασιάσει τὰ κέρδη του. «Τί ποιήσω…;», ἀναρωτιέται ὁ ἄφρων πλούσιος, σὰν νὰ ἦταν ὁ πιὸ φτωχός…
Ἀλλὰ τὸ πιὸ φοβερὸ χτύπημα τὸ ἐπι­φέρει στὸν πλεονέκτη ὁ θάνατος. «Ἄ­φρον», τοῦ λέει ὁ Θεός, «ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας, τίνι ἔσται;». Ἀνόητε, αὐτὴ τὴ νύχτα οἱ δαίμονες, στοὺς ὁποίους εἶχες ὑποταγεῖ μὲ τὴν ἀπληστία σου, ἀπαιτοῦν δικαιωματικὰ τὴν ψυχή σου· κι ὅλα αὐτὰ ποὺ μάζεψες, σὲ ποιὸν θὰ μείνουν; Τίποτε ἀπὸ αὐτὰ δὲν μπορεῖς νὰ πάρεις μαζί σου.
Δηλαδὴ τὸ πάθημα τοῦ πλεονέκτη εἶναι ὅτι χάνει καὶ αὐτὴ τὴ ζωὴ καὶ τὴν ἄλλη. Καὶ σ᾿ αὐτὴ τὴ ζωὴ ταλαιπωρεῖται καὶ βασανίζεται κυνηγώντας τὰ πλούτη, τὰ ὁποῖα τελικὰ δὲν μπορεῖ νὰ πάρει μαζί του, καὶ τὴν αἰωνιότητα χάνει, διότι λόγῳ τῆς ὑλιστικῆς του ζωῆς δὲν φρόν­τισε καθόλου τὴν ψυχή του. Πραγματικὰ τραγικὸ πάθημα!


2. Χαρὰ καὶ εἰρήνη, αἰώνια σωτηρία
Ὁ «εἰς Θεὸν πλουτῶν», ἀντίθετα, ἔχει τελείως διαφορετικὸ προσανατολισμὸ στὴ ζωή του: Ἐπιθυμεῖ νὰ σωθεῖ, νὰ δεῖ πρόσωπο Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ ἀγωνίζεται νὰ εὐαρεστεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ ἔχει μέρος στὴ Βασιλεία Του. Πῶς τὸ ἐπιτυγχάνει αὐτό; Μὲ τὸ νὰ ἐφαρμόζει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ προοδεύει στὴν ἀρετή. «Κατὰ Θεὸν πλοῦτος ἡ κτῆσις τῶν ἀρετῶν», ἐξηγεῖ ὁ ἱερὸς ἑρμηνευτὴς Ζιγαβηνός(✱). Θεάρεστος πλοῦτος εἶναι ἡ ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν.
Κάθε ἀγαθὴ πράξη, λόγος ἢ σκέψη ποὺ κάνουμε στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ποὺ γίνεται ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο, εἶναι καὶ μία ἀποταμίευση στὴν τράπεζα τοῦ οὐρανοῦ, στὴν πιὸ ἀσφαλὴ τράπεζα τοῦ κόσμου, ποὺ δὲν προσβάλλεται ἀπὸ καμία οἰκονομικὴ κρίση, διάρρηξη ἢ ἄλλη φθορὰ καὶ ἀπώλεια. Οἱ νηστεῖες, οἱ προσ­ευχές, οἱ ἐλεημοσύνες, ὁποιοδήποτε ἀγαθὸ ἔργο μᾶς πλουτίζουν πνευματικά.
Βέβαια οἱ ἀρετὲς ἀποκτῶνται μὲ ἐπίμονη ἄσκηση, καὶ ἡ πνευματικὴ ζωή, ἰδιαίτερα στὸ ξεκίνημά της, εἶναι κοπιαστικὴ καὶ δύσκολη. Ὅσο ὅμως ὁ πιστὸς προδεύει στὴν ἀρετή, τόσο αὐξάνει ἡ χαρὰ καὶ ἡ εἰρήνη του.
Τέλος, «ὁ εἰς Θεὸν πλουτῶν» ἀντιμετωπίζει τὸν θάνατο μὲ πολλὴ ἐλπίδα, ἂν ὄχι καὶ μὲ πόθο, διότι ὁ κατὰ Θεὸν πλουτισμὸς δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ προετοιμασία γιὰ τὴν αἰωνιότητα. Σ᾿ ἐκεῖνο τὸν πιστὸ ἐκπληρώνεται ὁ ἁγιογραφικὸς λόγος: Εἶναι μακάριοι ἀπὸ τώρα οἱ νεκροὶ ποὺ πεθαίνουν ἑνωμένοι μὲ τὸν Κύριο. Ναί, εἶναι μακάριοι, λέει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Διότι πεθαίνουν γιὰ ν᾿ ἀναπαυθοῦν ἀπὸ τοὺς κόπους τους· «τὰ δὲ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ᾿ αὐτῶν» (Ἀποκ. ιδ´ [14] 13). Θὰ ἀναπαυθοῦν, διότι τὰ ἅγια ἔργα τους τοὺς ἀκολουθοῦν στὴν ἄλλη ζωή.
***
Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἔβαλε μέσα μας τὸν πόθο τοῦ θησαυρισμοῦ, ὄχι ὅμως γιὰ τὰ μάταια ἀλλὰ γιὰ τὰ ἄφθαρτα ἀγαθά. Ἂς ζήσουμε τὴ χαρὰ νὰ θησαυρίζουμε γιὰ τὸν Θεό. Τότε θὰ ἀξιωθοῦμε τῆς πιὸ μεγάλης κληρονομιᾶς, τῆς οὐρανίου Βασιλείας Του, ὅπου θὰ μᾶς κατακλύζουν οἱ ἀστείρευτοι ποταμοὶ τῆς ἀπειρόπλουτης χρηστότητός Του, οἱ ἀνεξιχνίαστοι θησαυροὶ τῶν θείων ἀποκαλύψεων καὶ δωρεῶν Του στοὺς ἀτελεύτητους αἰῶνες.
Συμπολῖτες τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ



Ἀποστολικό ἀνἀγνωσμα Κυριακῆς 19 Νοεμβρίου 2017, ΚΔ΄ ἐπιστολῶν (Ἐφεσ. β΄ 14-22)




Ἀδελφοί, Χριστός ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τὰ ἀμφότερα ἓν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας, τὴν ἔχθραν, ἐν τῇ σαρκὶ αὐτοῦ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τοὺς δύο κτίσῃ ἐν ἑαυτῷ εἰς ἕνα καινὸν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην, καὶ ἀποκαταλλάξῃ τοὺς ἀμφοτέρους ἐν ἑνὶ σώματι τῷ Θεῷ διὰ τοῦ σταυροῦ, ἀποκτείνας τὴν ἔχθραν ἐν αὐτῷ· καὶ ἐλθὼν εὐηγγελίσατο εἰρήνην ὑμῖν τοῖς μακρὰν καὶ τοῖς ἐγγύς, ὅτι δι᾿ αὐτοῦ ἔχομεν τὴν προσαγωγὴν οἱ ἀμφότεροι ἐν ἑνὶ πνεύματι πρὸς τὸν πατέρα. ἄρα οὖν οὐκέτι ἐστὲ ξένοι καὶ πάροικοι, ἀλλὰ συμ­πολῖται τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ, ἐποικοδομηθέντες ἐπὶ τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων καὶ προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ἐν ᾧ πᾶσα ἡ οἰκοδομὴ συναρμολογουμένη αὔξει εἰς ναὸν ἅγιον ἐν Κυρίῳ· ἐν ᾧ καὶ ὑμεῖς συνοικοδομεῖσθε εἰς κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ ἐν Πνεύματι.


1. Συμφιλίωση Θεοῦ καί ἀνθρώπων
Ἀγεφύρωτο ἦταν τὸ χάσμα ποὺ εἶχε δημιουργηθεῖ μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων μετὰ τὴν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων. Ἡ ἁμαρτία εἶχε ἀπομακρύνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ τὸν εἶχε παρασύρει στὴν εἰδωλολατρία. Ἀκόμα κι οἱ Ἰουδαῖοι, ποὺ λάτρευαν τὸν ἀληθινὸ Θεό, ἔβλεπαν τὴν ἀδυναμία καὶ τὴν ἐνοχή τους ἀπέναντί Του καὶ περίμεναν τὸν Λυτρωτὴ ποὺ θὰ τοὺς χάριζε καὶ πάλι τὴν κοινωνία μὲ τὸν πανάγαθο Δημιουργό.
Καὶ πράγματι ἦρθε ὁ Λυτρωτὴς Χριστός. Κι ὅ­­­πως σημειώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, «δι’ αὐτοῦ ἔχομεν τὴν προσαγωγὴν οἱ ἀμφότεροι ἐν ἑνὶ πνεύματι πρὸς τὸν πατέρα»· Αὐτὸς μᾶς ἔφερε καὶ τοὺς δύο λαούς (τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τοὺς Ἰουδαίους), μέσῳ τοῦ ἑνὸς Ἁγίου Πνεύματος, κοντὰ στὸν Πατέρα.
Ὅταν ἕνα μικρὸ παιδὶ κάνει κάποια σοβαρὴ ζημιά, δὲν τολμᾶ νὰ πλησιάσει τὸν πατέρα του ἀπὸ τὸν φόβο τῆς αὐστηρῆς τιμωρίας. Ἔρχεται ὅμως ὁ μεγάλος ἀδελφός του καὶ ἀναλαμβάνει ἐκεῖνος νὰ μεσολαβήσει στὸν πατέρα γιὰ νὰ δεχθεῖ τὸ ἄτακτο παιδὶ καὶ νὰ τὸ συγχωρήσει. Ὁ Κύριος μὲ τὴν ἐνανθρώπησή Του ἔγινε ὁ μεγάλος ἀδελφός μας καὶ ὁ Μεσίτης μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων. Μὲ τὸν σταυρικὸ θάνατό Του θανάτωσε τὴν ἔχθρα ποὺ ὑπῆρχε ἐξαιτίας τῆς ἁμαρ­τίας καὶ ὁδήγησε τὸν ἄνθρωπο πάλι κοντὰ στὸ Δημιουργό Του.
Τί ἀνεκτίμητη δωρεά! Μποροῦμε νὰ καλοῦμε τὸν Θεὸ Πατέρα! Ἀρκεῖ νὰ πιστεύουμε στὸ Σωτήρα Χριστὸ καὶ νὰ ζοῦμε ἑνωμένοι μαζί Του μέσα στὴν ἀγκαλιὰ τῆς Ἐκκλησίας. Τότε θὰ εἴμαστε «οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ», υἱοὶ «κατὰ χάριν».


2. Συμπολίτες τῶν Ἁγίων
Δὲν εἶναι ὅμως μόνο τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς μᾶς ὁδήγησε κοντὰ στὸ Θεό. Ἐπιπλέον μᾶς ἔφερε καὶ πιὸ κοντὰ μεταξύ μας. Κατήργησε τὶς διακρίσεις μεταξὺ τῶν λαῶν, διεκήρυξε τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς ὅλους ἀνεξαιρέτως καὶ κάλεσε ὅλους τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἑνωθοῦν σὲ ἕνα σῶμα, τὴν Ἐκκλησία, ποὺ ἀποτελεῖ πλέον τὸν ἐκλεκτὸ λαό Του.
Στὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ δὲν εἴμαστε ξένοι οὔτε καὶ μόνοι. Εἴμαστε «οἰκεῖοι του Θεοῦ», καί γιʼ αὐτὸ αἰσθανόμαστε καὶ μεταξὺ μας οἰκειότητα καὶ ἐγκαρδιότητα. Αὐτὸ εἶναι τὸ συμπέρασμα ποὺ ὑπογραμμίζει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος: «οὐκέτι ἐστὲ ξένοι καὶ πάροικοι, ἀλλὰ συμπολῖται τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ»· δὲν εἶσθε πλέον ξένοι καὶ προσ­ωρινοὶ κάτοικοι στὴ Βα­­­­­σιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ εἶσθε συμπολίτες τῶν Ἁγίων καὶ μέ­λη τῆς οἰκογένειας τοῦ Θεοῦ.
Τί ὡραῖο πράγμα νὰ αἰσθανόμαστε αὐ­τὸν τὸν σύνδεσμο μεταξύ μας! Ἀνήκουμε στὴν ἴδια οἰκογένεια, τὴν Ἐκκλησία. Εἴμαστε συμπολίτες τῶν Ἁγίων! Δὲν μᾶς συνδέει ἁπλῶς κάποια σαρκικὴ συγγένεια ἢ κοινὴ καταγωγή, ἀλλὰ ὁ ἴδιος Πατέρας, ἡ ἴδια οἰκογένεια, ἡ οὐράνια Πατρίδα μας, ἡ αἰώνια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Κι ἂν κάποιοι θεωροῦν καύχημά τους νὰ ἔχουν συγγε­νὴ ἢ συμπατριώτη κάποιο σπουδαῖο πρόσωπο, ἐμεῖς ἂς θεωροῦμε ­ἀσύγκριτα μεγαλύτερη τιμὴ τὸ γεγονὸς ὅτι εἴμαστε «συμ­πολῖται» μὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους: τὴν Ὑπερ­αγία Θεοτόκο, τοὺς Προφῆτες καὶ τοὺς Ἀ­­­ποστόλους, τοὺς Μάρτυρες καὶ τοὺς Ὁ­­­σίους, τοὺς Ποιμένες καὶ Διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ Ἅγιοι εἶναι κοντά μας καὶ παρακολουθοῦν τὸν ἀγώνα μας. Κι ἐμεῖς ἔχουμε τὸ θάρρος νὰ ζητοῦμε τὶς πρεσβεῖες τους καὶ νὰ ἐλπίζουμε στὴ βοήθειά τους.


3. Συν-αρμολόγηση
Μὲ διάφορους τρόπους ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐκφράζει τὴ σπουδαία ἀλήθεια ὅτι κάθε χριστιανὸς δὲν μπορεῖ νὰ ζεῖ ἀτομικὰ τὸ γεγονὸς τῆς σωτηρίας του, ἀλλὰ μόνο μέσα στὸ σύνολο τῆς Ἐκκλησίας. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ χρησιμοποιεῖ τὸ παράδει­γμα τῆς οἰκοδομῆς ἡ ὁποία ἔχει ὡς ἀκρογωνιαῖο λίθο τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, καὶ πάνω στὴ βάση αὐτὴ τίθενται ὡς θεμέλια οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ Προφῆτες. Μʼ αὐτὸν τὸν τρόπο, γράφει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος, «πᾶ­σα ἡ οἰκοδομὴ συναρμολογου­μένη αὔ­­ξει εἰς ναὸν ἅγιον ἐν Κυρίῳ· ἐν ᾧ καὶ ὑ­­­­­­μεῖς συνοικοδο­μεῖσθε εἰς κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ ἐν Πνεύματι»· ὅλη ἡ οἰκοδομὴ τῆς Ἐκκλησίας ἑνώνεται ἁρ­μο­νικὰ καὶ στε­­­­ρεὰ καὶ αὐξάνει, ὥστε νὰ γίνεται ναὸς ἅ­­­γιος, ὅπως τὸν θέλει ὁ Κύριος. Κι ἐσεῖς, μὲ τὴν ἕνωσή σας μὲ τὸν Κύριο, οἰκοδομεῖσθε μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους πιστοὺς γιὰ νὰ γίνετε ναὸς καὶ κατοικητήριο, στὸ ὁποῖο θὰ κατοικεῖ ὁ Θεὸς μὲ τὸ Πνεῦμα Του.
Συναρμολόγηση – συνοικοδόμηση. Λέξεις ποὺ ἐκφράζουν τὸν σύνδεσμο τῶν πι­στῶν ἀλλὰ καὶ τὴν ἐξάρτηση τοῦ ἑνὸς ἀπὸ τὸν ἄλλο. Στὸ κτίσιμο μὲ πέτρα εἶναι ὁλό­κληρη τέχνη ἡ ἁρμολόγηση, δηλαδὴ ἡ κατάλληλη τοποθέτηση καὶ γερὴ συγκόλληση τῶν πετρῶν, ὥστε νὰ εἶναι στέρεο τὸ οἰκοδόμημα. Καὶ στὴν πνευματικὴ ζωὴ δὲν κτίζουμε αὐτόνομα καὶ ­ἀνεξάρτητα οἰκο­δομήματα. Δὲν ἔχουμε δικαίωμα νὰ φρον­τίζουμε γιὰ τὴν προσωπική μας οἰκοδο­μὴ ἀδιαφορώντας γιὰ τὴν πρόοδο τοῦ ἄλλου. «Οἰκοδομεῖτε εἷς τὸν ἕνα», ­παραγγέλ­λει σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ Ἀπόστολος (Α΄ Θεσ. ε΄ 11). Νὰ οἰκοδομεῖτε στὴν ἀρετὴ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Ὁ καθένας μας ὀφείλει νὰ οἰκοδο­μεῖ­ται μέσα στὴν Ἐκκλησία μὲ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ ἑνώνεται ἁρμονικὰ μὲ τοὺς ἄλ­­λους πιστούς, καὶ ὅλοι μαζὶ ἑνωμένοι μὲ τὸν Κύριο νὰ συναποτελοῦμε ἕναν ἅγιο ναό, κατοικητήριο τοῦ ζῶντος Θεοῦ

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...