"᾿Ασπάζεται ὑμᾶς Λουκᾶς ὁ ἰατρός ὁ ἀγαπητός", γράφει στήν πρός Κολασσαεῖς (δ΄14) ἐπιστολή του ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος, γιά τόν ῾Αγιο ᾿Απόστολο καί Εὐαγγελιστή Λουκᾶ, τοῦ ὁποίου, ἡ ᾿Εκκλησία μας ἑορτάζει τή μνήμη στίς 18 ᾿Οκτωβρίου.῾
Ο ᾿Απόστολος Λουκᾶς, πούδέν εἶναι ἀπό τούς "αὐτόπτας" τοῦ Λόγου,῞Ελληνας στήν καταγωγή καί τήν ἀνατροφή,ἔγινε συνέκδημος καί συνοδός τοῦ᾿Αποστόλου Παύλου καί μᾶς ἄφησε δύοβιβλία στήν Καινή Διαθήκη, τό φερώνυμοΕὐαγγέλιο καί τίς Πράξεις τῶν᾿Αποστόλων.῾Ο ῞Αγιος Λουκᾶς, ὀνομάζεται καί Εὐαγγελιστής τῆς Παναγίας, γιατί περισσότερο ἀπό τούς ἄλλους Εὐαγγελιστές, περιγράφει λεπτομέρειες καί παρέχει πολύτιμες πληροφορίες γιά τήν ῾Υπεραγία Θεοτόκο, στήν ἀρχή τοῦ Εὐαγγελίου του.
Τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου, τήν ἐπίσκεψη Της στήν ᾿Ελισάβετ, μητέρα τοῦ τιμίου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ ᾿Ιωάννου, τόν ῞Υμνο τῆς Παναγίας "Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον... ἰδού γάρ ἀπό τοῦ νῦν μακαριοῦσι με πᾶσαι αἱ γενεαί...", καί ἄλλα περιστατικά ἀπό τήν παιδική ἠλικία τοῦ ᾿Ιησοῦ καί τῆς Μητέρας Του, τά γνωρίζουμε μόνο ἀπό τό Εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ.
Τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου, τήν ἐπίσκεψη Της στήν ᾿Ελισάβετ, μητέρα τοῦ τιμίου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ ᾿Ιωάννου, τόν ῞Υμνο τῆς Παναγίας "Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον... ἰδού γάρ ἀπό τοῦ νῦν μακαριοῦσι με πᾶσαι αἱ γενεαί...", καί ἄλλα περιστατικά ἀπό τήν παιδική ἠλικία τοῦ ᾿Ιησοῦ καί τῆς Μητέρας Του, τά γνωρίζουμε μόνο ἀπό τό Εὐαγγέλιο τοῦ Λουκᾶ.
Ο Εὐαγγελιστής Λουκᾶς γεννήθηκε στήν ᾿Αντιόχεια τῆς Συρίας ἀπό ῞Ελληνα πατέρα καί ἔλαβε ἰατρικές γνώσεις, ἐξελισσόμενος σ᾿ ἕναν ἀπό τούς μεγαλύτερους γιατρούς τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου. Παράλληλα ἐπέδειξε μεγάλη κλίση στή ζωγραφική. ᾿Επί Αὐτοκράτορος Τίτου Κλαυδίου, βρίσκεται στή Θήβα, ὅπου ἐξασκεῖ τό ἰατρικό ἐπάγγελμα. ᾿Εκεῖ γνωρίζει τόν ᾿Απ. Παῦλο, περιοδεύοντα, "καί πιστεύσας τῷ Χριστῷ, ἀπώσατο τήν πατρώαν πλάνην", γίνεται δηλ. ἀπό εἰδωλολάτρης Χριστιανός καί ἀφήσας τήν "θεραπεία τῶν σωμάτων", ἀσχολεῖται μέ τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου καί μέ τή "θεραπεία τῶν ψυχῶν".
Στή διάρκεια τῆς συνοδοιπορείας του μέ τόν ᾿Απ. Παῦλο, συγγράφει τό "κατά Λουκᾶν Εὐαγγέλιον", τό ὁποῖο καί ἀποστέλλει στόν ἡγεμόνα τῆς ᾿Αχαΐας Θεόφιλο. Στόν ἴδιο, ἀργότερα ἀποστέλλει καί τό δεύτερο συγγραφικό του ἔργο "Πράξεις τῶν ᾿Αποστόλων".
᾿Αναδείχθηκε ἄριστος συνεργάτης τοῦ ᾿Αποστόλου Παύλου καί πιστά ἀφοσιωμένος στό ἔργο καί τόν ἀγώνα γιά τή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Γι᾿ αὐτό καί ὁ θεῖος Παῦλος, κατά τή δεύτερη φυλάκισή του στή Ρώμη, γράφει πρός τόν Τιμόθεο: "Λουκᾶς ἐστι μόνος μετ᾿ ἐμοῦ" (Β΄Τιμ.δ΄11).
Μετά τό χωρισμό του ἀπό τό ᾿Απ. Παῦλο, λόγω τοῦ μαρτυρικοῦ του θανάτου στή Ρώμη, περιοδεύει, κηρύσσοντας τό Εὐαγγέλιο στή Δαλματία, ᾿Ιταλία, Γαλλία καί προπαντός ἀνά τήν ῾Ελλάδα (κυρίως ᾿Αχαΐα καί Βοιωτία), καταλήγοντας στή Θήβα, ὅπου σέ ἠλικία ὀγδόντα ἐτῶν, ἀναπαύεται "ἐν εἰρήνῃ" (κατ᾿ ἄλλους "μαρτυρικῷ θανάτῳ"). Στόν τάφο του, θέλοντας ὁ Θεός νά δοξάσει τόν πιστό Του θεράποντα καί ἐργάτη, ἔβρεξε κολλύρια, σύμβολα τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης.
Τόν 4ο μ.Χ. αἰ., ὁ αὐτοκράτορας Κωνστάντιος, γιός τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, μεταφέρει τό λείψανό του στήν Κωνσταντινούπολη καί τό τοποθετεῖ στό Ναό τῶν ῾Αγίων ᾿Αποστόλων.
῾Ο Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, ὅμως, εἶναι καί ὁ πρωτοπόρος στήν ἐξαιρετική Τέχνη τῆς ῾Αγιογραφίας. Εἶναι ὁ πρῶτος πού ζωγράφισε, μέ τήν τέχνη τοῦ κεριοῦ καί τῆς μαστίχας, τήν Εἰκόνα τῆς ῾Υπεραγίας Θεοτόκου, πού βαστᾶ στήν ἀγκαλιά Της τό Θεῖο Βρέφος, τόν Κύριο μας ᾿Ιησοῦ Χριστό. Αὐτή καί ἄλλες δύο εἰκόνες, τίς μεταφέρει στά ῾Ιεροσόλουμα, γιά να τίς δείξει στήν ἴδια Τήν Παναγία καί νά Τή ρωτήσει, ἄν Τῆς ἀρέσουν. ᾿Εκείνη, μέ μεγάλη χαρά τίς ἀποδέχθηκε, τίς εὐλόγησε καί εἶπε: "῾Η χάρις τοῦ ἐξ ἐμοῦ τεχθέντος εἴη δι᾿ ἐμοῦ μετ᾿ αὐτῶν". Παρόμοια ζωγράφισε καί τίς εἰκόνες τῶν ῾Αγίων καί Κορυφαίων ᾿Αποστόλων Πέτρου καί Παύλου. ῎Εκτοτε, ἡ ὑπέροχη αὐτή Τέχνη τοῦ ἀπεικονισμοῦ τῶν ῾Αγίων, δηλαδή τῆς ῾Αγιογραφίας, διαδόθηκε σ᾿ ὅλη τήν οἰκουμένη.
Απολυτίκιον
"᾿Απόστολε ῞Αγιε καί Εὐαγγελιστά Λουκᾶ, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτωνἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν".
Μεγαλυνάριον
"Μακαρίζομέν σου τήν δεξιάν, Λουκᾶ θεηγόρε, δι᾿ἧς ἔχομεν οἱ πιστοί, τάς τοῦ Θεοῦ Λόγουδιττάς ἁγίας πλάκας καί τήν σεπτήν εἰκόνα τῆς Θεομήτορος."
Ο τάφος του Ευαγγελιστή Λουκά στη Θήβα
Σύμφωνα μέ τόν Συναξαριστή τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας, ὁ ῞Αγιος Λουκᾶς ὁ Εὐαγγελιστής, πού ἦταν ἑλληνικῆς καταγωγῆς ἀπό τήν ᾿Αντιόχεια τῆς Συρίας καί ἰατρός ἐπιστήμων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἐτελείωσε τήν ζωήν του μαρτυρικῶς στήν Θήβα τῆς Βοιωτίας (τόν κρέμασαν σέ μιά ἐλιά σύμφωνα μέ τήν πηγή τῆς Πατρολογίας MIGNEΕ.Π. 145,210, Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος, ᾿Εκκλησ. ῾Ιστορία 14ος αἰ.), ὅπου εἶχε ἔλθει νά κηρύξη τό Εὐαγγέλιο, μετά τό Μαρτύριο τοῦ ᾿Αποστ. Παύλου στήν Ρώμη ἐπί Νέρωνος (Εὐσέβιος, ῾Ιστορ. βιβλ. 20). ῾Ο τόπος τοῦ μαρτυρίου τοῦ ῾Αγ. Λουκᾶ κατά τήν παράδοσι, εἶναι τό σημερινό παλαιό νεκροταφεῖο τῶν Θηβῶν (ἀνατολικά τῆς πόλεως), ἡ ἐκκλησία τοῦ ὁποίου ὀνομάζεται ῞Αγ. Λουκᾶς. Μέσα σ᾿ αὐτόν τόν ναό βλέπουμε σήμερα, στό δεξιό μέρος τοῦ ἱεροῦ (διακονικό), τήν ἀρχαία ρωμαϊκή λάρνακα (σαρκοφάγο), ὅπου εἶχε ἐναποτεθῆ τό ἅγιο λείψανο. ῾Ο τάφος αὐτός ἀνήκει στό Β΄ π.Χ. αἰ., ὅταν πολλοί Ρωμαῖοι εἶχαν ἐγκατασταθῆ στήν ῾Ελλάδα, λόγω τῆς ρωμαϊκῆς κατακτήσεως καί ἀνῆκε στή ρωμαϊκή οἰκογένεια Νηδύμου – Ζωσίμου, ὅπου εἷχε ταφῆ καί ὁ μικρός γιός τοῦ Ζωσίμου, Νήδυμος, σύμφωνα μέ τό ἀνέκδοτο ἀρχεῖο τοῦ Ἐπ. Παπαβασιλείου, γραμματέως τῆς Βουλῆς, κατατεθειμένο στήν βιβλιοθήκη τῆς Βουλῆς τῶν ῾Ελλήνων.
Οἱ χριστιανοί τῆς Θήβας ἐτοποθέτησαν τό ἅγιο λείψανο τοῦ ῾Αγίου Λουκᾶ σ᾿ αὐτήν τήν λάρνακα “λόγω τιμῆς”. ᾿
Επί Αὐτοκράτορος Κωνσταντίου (337-361), υἱοῦ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τό ἅγιο λείψανο μετεφέρθη στήν Κωνσταντινούπολι (3 Μαρτίου 357) μέ τήν βοήθεια τοῦ ῾Αγίου ᾿Αρτεμίου Δούκα τῆς Αἰγύπτου καί τοποθετήθηκε κάτω ἀπό τό ἱερό τοῦ Ναοῦ τῶν ῾Αγ. ᾿Αποστόλων, μαζί μέ τά ἅγια λείψανα τῶν ῾Αγίων ᾿Ανδρέου καί Τιμοθέου.
Επί Αὐτοκράτορος Κωνσταντίου (337-361), υἱοῦ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τό ἅγιο λείψανο μετεφέρθη στήν Κωνσταντινούπολι (3 Μαρτίου 357) μέ τήν βοήθεια τοῦ ῾Αγίου ᾿Αρτεμίου Δούκα τῆς Αἰγύπτου καί τοποθετήθηκε κάτω ἀπό τό ἱερό τοῦ Ναοῦ τῶν ῾Αγ. ᾿Αποστόλων, μαζί μέ τά ἅγια λείψανα τῶν ῾Αγίων ᾿Ανδρέου καί Τιμοθέου.
Κατά τήν μαρτυρία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ συγγραφέως Νικηφόρου – Καλλίστου Ξανθοπούλου, τήν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου του ἔπεσε ἀπό τόν οὐρανό ἕνα θαυματουργό ὑγρό ἐπάνω στόν τάφο του, πού θεράπευε τά μάτια. ῾Η θεραπευτική αὐτή δύναμις ἐξέρχεται μέχρι σήμερα ἀπό τήν μαρμάρινη λάρνακα. Τό γεγονός, ὅτι ἡ λάρνακα ἐξακολουθεῖ νά θαυματουργῆ ὕστερα ἀπό τόσους αἰῶνες, εἶναι ἀποδεικτικό στοιχεῖο, ὅτι πρόκειται γιά τόν αὐθεντικό τάφο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ. Τό ἅγιο λείψανο βρίσκεται σήμερα στήν Πάδοβα τῆς ᾿Ιταλίας κοντά στήν Βενετία, ὅπου μετεφέρθη ἀπό τούς Φράγκους κατακτητάς τοῦ Βυζαντίου τό 1204 καί εἶναι τοποθετημένο στήν ἐκκλησία Santa Justina στό κέντρο τῆς πόλεως.
Πρέπει, λοιπόν, νά καταστήσωμε γνωστή πανελληνίως τήν ὕπαρξι αὐτοῦ τοῦ μεγάλου προσκυνήματος τῆς ᾿Ορθοδοξίας, πού μπορεῖ νά πάρη καί παγκόσμιες διαστάσεις, λόγω τοῦ ἐνδιαφέροντος τῶν θρησκευομένων τῆς Δύσεως, ὅπως συνέβη καί μέ τούς Φιλίππους τῆς Μακεδονίας καί τήν Πάτμο. Τό ἴδιο δέ πρέπει νά κάνωμε καί γιά τήν Πάτρα (μαρτύριο ῾Αγ. ᾿Ανδρέου) καί γιά τήν Νικόπολι Πρεβέζης (Τιτ.3,12), ὅπου ὁ ᾿Απ.Παῦλος πέρασε ἕνα χειμῶνα καί ὅπου σήμερα ὑπάρχουν δάπεδα ψηφιδωτά βασιλικῶν τοῦ 5ου μ.Χ. αἰ. (τά καλύτερα διατηρημένα ὅλης τῆς Βαλκανικῆς).
Τό μνημονευθέν κείμενο τῆς ᾿Εκκλησιαστικῆς ῾Ιστορίας τοῦ Νικηφόρου – Καλλίστου Ξανθοπούλου, ἔχει ὡς ἑξῆς: “Λουκᾶς δ᾿ ἐξ ᾿Αντιοχείας εἷλκε τό γένος ἥτις κατά τήν Κοίλην κεῖται Συρίαν, τέχνῃ μέν ἰατρός, ἄκρως δέ τήν ζωγράφου τέχνην ἐξεπιστάμενος. Θήβαις δ᾿ ἐν ἑπταπύλοις τῷ θεσπεσίῳ περιτυχών Παύλῳ, τήν πατρώαν πλάνην ἀπείπατο Χριστῷ προσιών. ᾿Αντί δέ σωμάτων τήν τῶν ψυχῶν ἠλλάξατο θεραπείαν. Καί δή τό κατ᾿ αὐτόν Εὐαγγέλιον συνεγράψατο Παύλου ὑπαγορεύσαντος. ῾Ωσαύτως δέ καί τάς τῶν ᾿Αποστόλων Πράξεις. Συνδιαγαγών δ᾿ ἐν Ρώμῃ τῷ Παύλῳ, ἐπανήκει τῇ ῾Ελλάδι αὖθις. Πολλούς δέ τῷ φωτί τῆς θείας γνώσεως ποδηγήσας, ὑπό τῶν ἀθετούντων τόν Θείον Λόγον, ἐπί καρποφόρου ἐλαίας ἀναρτηθείς, οὐ γάρ ἦν ξύλον ξηρόν ὥστε εἰς σταυρόν διασκευασθῆναι, τῷ Θεῷ τήν ψυχήν παρατίθησιν, ὀγδοήκοντα ἐτῶν γενόμενος, ὡς φασίν. ῞Οπου δέ τό σῶμα αὐτοῦ κατετέθη μεταξύ μνημείων πολλῶν, προσευχῇ τῶν πιστῶν καταμηνύεται. Κολλύρια γάρ ἰατρικά ὁ Θεός ὖσεν ἄνωθεν τοῦ θείου αὐτοῦ μνήματος, εἰς σύμβολον οἶμαι, τῆς αὐτοῦ ἰατρείας. ᾿Εξ οὗ καί γνώριμος ὁ τάφος τοῖς αὐτοῦ πᾶσι καθίστατο. Φασί δέ αὐτόν πρώτιστον τήν τε Χριστοῦ εἰκόνα καί τῆς αὐτόν θεοπρεπῶς τεκούσης, ἔτι δέ καί τῶν κορυφαίων ἀποστόλων, διά ζωγραφικῆς ἱστορίσαι τέχνης, κἀντεῦθεν εἰς πᾶσαν τήν οἰκουμένην τό τοιοῦτον εὐσεβές καί πάντιμον ἔργον ἐξενεχθεῖναι. Τό γε μήν αἰδοῦς ἁπάσης ἄξιον τό ἱερόν αὐτοῦ λείψανον Κωνστάντιος, ὁ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου υἱός, δι᾿ ᾿Αρτεμίου τοῦ μεγίστου μάρτυρος ἐκ Θηβῶν μετακομισάμενος, ὡσαύτως δέ καί τό τοῦ πρωτοκλήτου ᾿Ανδρέου ἐκ Πατρῶν τῆς ᾿Αχαΐας, ἔτι δέ καί ἐκ τῆς ἐν ᾿Ασίᾳ ᾿Εφέσου Τιμοθέου τοῦ ᾿Αποστόλου, ἐν τῇ ἐπωνύμῳ τοῦ πατρός αὐτοῦ πόλει, τῷ τῶν ἱερῶν ᾿Αποστόλων σηκῷ σεβασμίως κατέθετο”(MIGNE Ε.Π. 145,210).
(πηγή: www.saintlucas.gr)