Οι Φαρασιώτες δεν κοιτούσαν λεπτομέρειες. Ζούσαν την χαρά
της καλογερικής. Και αν, για παράδειγμα, η κουβέρτα δεν ήταν καλά στρωμένη και
κρεμόταν λίγο από την μια μεριά και έλεγες: «Σιάξε την κουβέρτα», θα σου
έλεγαν: «Σε εμποδίζει στην προσευχή σου;» Αυτήν την χαρά της καλογερικής οι
άνθρωποι σήμερα δεν την γνωρίζουν. Νομίζουν ότι δεν πρέπει να στερηθούν, να
ταλαιπωρηθούν.
Αν σκέφτονταν οι άνθρωποι λίγο καλογερικά, αν ζούσαν πιο
απλά, θα ήταν ήσυχοι. Τώρα βασανίζονται. Άγχος και απελπισία στην ψυχή. «Ο τάδε
πέτυχε που έφτιαξε δυο πολυκατοικίες ή που έμαθε πέντε γλώσσες κ.λπ.! Εγώ δεν
έχω ούτε ένα διαμέρισμα, δεν ξέρω ούτε μια ξένη γλώσσα. Ωχ, χάθηκα!» Έχει
κάποιος ένα αυτοκίνητο και αρχίζει: «Ο άλλος έχει καλύτερο. Να πάρω και εγώ».
Παίρνει το καλύτερο, ύστερα μαθαίνει ότι άλλοι έχουν αεροπλάνα ατομικά και πάλι
βασανίζεται. Τελειωμό δεν έχουν. Ενώ άλλος που δεν έχει αυτοκίνητο, όταν δοξάζη
τον Θεό, χαίρεται: «Δόξα τω Θεώ, λέει, ας μην έχω αυτοκίνητο, έχω γερά τα πόδια
μου και μπορώ να περπατήσω. Πόσοι άνθρωποι είναι με κομμένα πόδια, δεν μπορούν
να εξυπηρετηθούν, να βγουν έναν περίπατο, θέλουν έναν άνθρωπο να τους υπηρετή,
ενώ εγώ έχω τα πόδια μου!» Κι ένας κουτσός που λέει: «Και άλλοι που δεν έχουν
και τα δυό πόδια;» και αυτός χαίρεται. Η αχαριστία και η απληστία είναι μεγάλο
κακό.