Μαρτύριο του αγίου και ενδόξου μάρτυρα του Χριστού Πορφύριου, που μαρτύρησε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. (4 Νοεμβρίου)
Όταν βασίλευε στη Ρώμη ο παράνομος και ασεβέστατος Αυρηλιανός, εξέδωσε σκληρό και απάνθρωπο διάταγμα με το οποίο υποχρέωνε όλους τους υπηκόους της αυτοκρατορίας να θυσιάσουν στους ακάθαρτους και ανύπαρκτους θεούς. Το σκληρό αυτό διάταγμα έφθασε στα μέρη της ανατολής μέχρι την Καισάρεια της Καππαδοκίας.
Τότε, επί της βασιλείας του Αυρηλιανού, ζούσε και ο άγιος και ένδοξος μάρτυρας του Χριστού Πορφύριος. Καταγόταν από την Μ. Ασία και μεγάλωσε στην Έφεσο. Από μικρός ανατράφηκε μέσα στα θέατρα και ήταν «μίμος» δηλ. ηθοποιός. Αυτόν τον είδε κάποτε ο Αλέξανδρος, κόμης και άρχοντας της Καισάρειας της Καππαδοκίας, να συμμετέχει με πολλή εξυπνάδα στις παραστάσεις του θεάτρου του κωμικού ηθοποιού Φυλιστίωνα και αφού πολύ ευχαριστήθηκε, τον μετακίνησε από την Έφεσο στην Καισάρεια.
Κάποια ημέρα διέταξε ο Αλέξανδρος να γίνουν θεατρικές παραστάσεις στην Καισάρεια και να συγκεντρωθεί πολύς λαός για να παρακολουθήσει τα αισχρά θεάματα. Με την παρουσία του άρχοντα στο θέατρο και μπροστά στο λαό παρουσίαζαν σκηνές με σκοπό να κοροϊδέψουν το άγιο και άχραντο μυστήριο της αγίας Τριάδος κατά το άγιο Βάπτισμα. Αφού από τους ηθοποιούς άλλοι έγιναν δήθεν επίσκοποι, πρεσβύτεροι, διάκονοι, ψάλτες και αναγνώστες κάλεσαν τον Πορφύριο να δεχθεί το χριστιανικό βάπτισμα. Συμπεριφερόμενοι σύμφωνα με την τάξη της αγίας εκκλησίας, όπως γνώριζαν από πιστούς χριστιανούς, άρχισαν να κοροϊδεύουν τα χριστιανικά μυστήρια. Τότε είπε ο ηθοποιός που παρίστανε τον επίσκοπο να του φέρουν όσους επρόκειτο να βαπτιστούν. Του έδωσαν νερό και έφεραν τον Πορφύριο, στον οποίον ενεργούσε το άγιο Πνεύμα. Αφού έβγαλε τα ρούχα μπήκε στο νερό, όπως του είπαν, και τον βάπτισε ο δήθεν επίσκοπος αφού επικαλέσθηκε το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος.
Οι άθλιοι και ασεβείς δεν γνώριζαν ότι η δύναμη του Χριστού δεν διασύρεται και δεν επηρεάζεται. Αυτή άρπαξε από το στόμα του λύκου το δικό της πρόβατο και το έφερε μέσα στη μάνδρα της χάριτός του. Εκείνοι χλευάζοντας και περιγελώντας τον Χριστό, περισσότερο όμως τους εαυτούς τους, πραγματοποίησαν το μυστήριο που δεν γνώριζαν, αφού επικαλέσθηκαν το όνομα της Αγίας Τριάδος. Ο δε Κύριος και Θεός πραγματικά τον διάλεξε ως τίμιο δώρο για τη βασιλεία του. Όταν βαπτίστηκε ο αγιότατος Πορφύριος, του φόρεσαν στολή λευκή και αμέσως ήλθε σ’ αυτόν το Πνεύμα το Άγιο. Και άγγελοι Κυρίου ήσαν μπροστά του κρατώντας λαμπάδες και έτσι προπορεύονταν του μακαρίου Πορφυρίου, ώστε από τη φωνή των αγίων αγγέλων να σείεται η πόλη και να προκαλεί μεγάλη έκπληξη στους ανθρώπους το θέαμα. Άλλοι απ’ αυτούς έλεγαν· «Είναι οι θεοί αυτοί που βλέπουμε με τον Πορφύριο», άλλοι δε ότι «είναι φάντασμα». Άλλοι έλεγαν ότι «εάν το ψεύτικο βάπτισμα του Πορφυρίου, έχει τόσο πολλές δυνάμεις, τότε τί θα συμβαίνει σ’ αυτούς που με όλη την καρδιά τους προσέρχονται στον Χριστό και βασιλιά των χριστιανών; Αυτοί θα αναδειχθούν κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών». Τότε αμέσως αφού άφησαν τις θέσεις τους έπεσαν στα πόδια του αγίου Πορφυρίου ζητώντας να αξιωθούν της ίδιας χάριτος, λέγοντας σ’ αυτόν· «Αδελφέ Πορφύριε, προσευχήσου και για μας τους αναξίους, για να έλθει και σε μας η δωρεά του αγίου Πνεύματος».
Ο μακάριος Πορφύριος όταν τα άκουσε αυτά, ήλθε σε κατάνυξη, δεν γνώριζε όμως πως να προσευχηθεί. Τότε αφού τον πλησίασε άγγελος του Κυρίου, του υπέδειξε να στραφεί προς ανατολάς. Αφού το έκανε αυτό, αμέσως ο μακάριος σήκωσε ψηλά τα όσια χέρια του για να προσευχηθεί στον Κύριο. Ενώ προσευχόταν ήλθε φωτεινή νεφέλη και σκέπασε το θέατρο και σιγά-σιγά δρόσιζε και φώτιζε όσους προσήλθαν στο άγιο Βάπτισμα, οι οποίοι βρέθηκαν να φορούν στολές λευκές και με τη χάρη του αγίου Πνεύματος, αφού βγήκαν από το θέατρο, μαζί με τους αγίους αγγέλους ήλθαν στην αγία του Θεού εκκλησία. Αυτό έγινε γνωστό στον θεοσεβέστατο επίσκοπο της πόλεως Καισαρείας που τους υποδέχθηκε και αφού τους ασπάσθηκε μπήκε μαζί τους στην αγία του Θεού εκκλησία, και γέμισε ο ναός όλος από πολλούς αγίους αγγέλους μαζί με τους νεοφώτιστους. Αφού γονάτισαν και προσευχήθηκαν πολύ χρόνο, σηκώθηκαν και ήσαν μόνο ο επίσκοπος και οι βαπτισθέντες.
Ο δε κόμης, όταν είδε το παράδοξο, έμεινε έκπληκτος· την επόμενη ημέρα αφού κάθισε στο θρόνο του στο θέατρο, διέταξε να φέρουν σ’ αυτόν τον άγιον Πορφύριο. Όταν τον έφεραν λέει προς αυτόν· «Τόσο γρήγορα μας εγκατέλειψες, Πορφύριε;». Ο άγιος Πορφύριος του είπε· «Ανόητε και αναίσθητε άρχοντα, δεν έμαθες όλα όσα έκανε ο Θεός σ’ εμένα; Βέβαια, όπως νομίζω, και συ ήδη γνωρίζεις, αν και δεν θέλεις να ομολογήσεις την αλήθεια». Ο κόμης απάντησε· «Γνωρίζω, αλλά βέβαια θεωρώ ότι είναι φαντασία». Ο άγιος Πορφύριος είπε· «Όλα αυτά, τρισάθλιε, νομίζεις ότι είναι φαντασία; Η παρουσία των αγίων αγγέλων και η λαμπάδα που κρατούσαν σου φαίνεται ως φάντασμα; Η φωτεινή δύναμη του Πνεύματος και η ευεργεσία που ήλθε απ’ αυτή σ’ εμάς δεν σου φαίνεται ότι είναι έργο του Θεού;». Ο κόμης λέει· «Ξεροκέφαλε, νομίζεις ότι είμαι ανόητος και τρισάθλιος;». Ο άγιος Πορφύριος απάντησε· «Ναι, και πώς δεν είσαι ανόητος και τρισάθλιος; Γιατί κοίταξε ποια είναι αυτά που σέβεσαι· σου λέω μόνο ένα· εάν είσαι δίκαιος δικαστής, δώσε διαταγή να έλθουν εδώ οι ιερείς των θεών και αφού προσευχηθούν ας κάνουν ένα θαύμα για να το δω και να πιστέψω· μου είναι αδύνατον εάν δεν δω από αυτούς θαύμα να τους πιστέψω… και να πεθάνω». Και διέταξε ο κόμης να γίνει αυτό.
Αφού ήλθαν οι ιερείς του Απόλλωνα και του Κρόνου, αλλά και άλλοι διακόσιοι ιερείς, λέει σ’ αυτούς ο κόμης· «Αυτό που σας λέω να το κάνετε γρήγορα· αφού προσευχηθείτε να κάνετε θαύμα ώστε να το δει ο Πορφύριος, τον οποίον εγώ κακώς έφερα εδώ και να πιστέψει στους μεγάλους θεούς». Τότε οι ιερείς της απώλειας φέρνουν ένα ταύρο, και αφού τον έβαλαν στο μέσο τού θεάτρου, λένε στον άγιον Πορφύριο· «Πορφύριε, εάν θανατώσουμε τον ταύρο και πάλιν τον φέρουμε στη ζωή, θα πιστέψεις στους θεούς»; Ο άγιος Πορφύριος είπε· «Ναι, και να μη θέλω, θα πιστέψω». Τότε οι άθλιοι ιερείς αφού στάθηκαν στα δεξιά μέρη του ταύρου άρχισαν να του μιλούν στο αυτί· και αμέσως αφού έπεσε κάτω ο ταύρος πέθανε. Και με δυνατή φωνή έλεγαν· «Μέγας είσαι Απόλλωνα και όλοι οι άλλοι θεοί». Ο δε κόμης λέει· «Τί γίνεται, Πορφύριε, πιστεύεις ή σύντομα αποφασίζω εναντίον σου;». Ο άγιος Πορφύριος είπε· «Συ ο ίδιος άκουσες από αυτούς ότι θα θανατώσουμε τον ταύρο και πάλι θα τον φέρουμε στη ζωή. Αν λοιπόν τον ξαναφέρουν στη ζωή, όπως είπαν, θα πιστέψω». Τότε άρχισαν πάλιν οι βρωμεροί ιερείς να προσεύχονται από τις εννιά η ώρα μέχρι το μεσημέρι και δεν μπόρεσαν να τον αναστήσουν. Βλέποντας δε ο άγιος Πορφύριος ότι δεν μπορούσαν οι ιερείς να αναστήσουν τον ταύρο, λέει στο πλήθος των ανθρώπων· «Τί συμβαίνει, δεν μπορεί να κάνει κάτι ο Απόλλων; Ούτε ο Άρης, ούτε ο Κρόνος, ούτε ο Απόλλων. Γιατί δεν αξίζουν και δεν μπορούν να κάνουν τίποτε οι θεοί σας. Με την ενανθρώπηση του Χριστού, όλα τα είδωλα είναι κωφά και άδεια μαζί με εκείνους που τα πιστεύουν». Τότε λένε οι ιερείς της απωλείας· «Εμείς τον σκοτώσαμε, εσύ ανάστησέ τον· εάν γίνει αυτό θα πιστέψουμε και εμείς στον Θεό σου».
Ο λόγος αυτός άρεσε στο λαό και στον κόμη. Τότε ο άγιος Πορφύριος αφού γύρισε προς ανατολάς όπως διδάχθηκε από τον άγγελο και σήκωσε τα όσια χέρια του, προσευχήθηκε με αυτά τα λόγια· «Θεέ μου που είσαι μεγάλος και δοξασμένος, που γνωρίζεις τα άδηλα και τα κρύφια, που κανένας άνθρωπος δεν είδε ούτε μπορεί να δει, που λόγω του μεγάλου ελέους και της αγαθότητας δεν αποστράφηκες εμένα τον ταπεινό και χαμένο, αλλά ευσπλαχνίστηκες και επέστρεψες στην αιώνιο ζωή, φανερώσου σ’ αυτό το λαό και στον κόμη, και δείξε στο άλογο αυτό ζώο την ανάσταση των νεκρών γιατί όλα Κύριε τα μπορείς, και τίποτε δεν είναι αδύνατον σε σένα. Διότι σε σένα ανήκει η δόξα και η δύναμη, Υιέ του Θεού, μαζί με τον Πατέρα σου και το άγιο Πνεύμα στους αιώνες, αμήν». Και αφού τα είπε αυτά ο άγιος Πορφύριος, στράφηκε προς τον ταύρο λέγοντας· «Λέω σ’ εσένα, στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος, που αδίκως σκότωσαν οι άνομοι ιερείς, ζωντάνεψε, σήκω και αναπήδησε, για να γνωρίζουν όλοι, που είναι γύρω από τον άρχοντα και τον λαό, ότι δεν υπάρχει άλλος θεός εκτός από τον Θεό μας». Και αμέσως σηκώθηκε ο ταύρος με τη δύναμη του Κυρίου και άρχισε να περπατά και να μουγκρίζει, ζητώντας το ταίρι του και βγήκε από το θέατρο μπροστά σε όλους.
Τότε όλοι ένοιωσαν φόβο και έκσταση και δόξασαν τον Θεό. Ο δε κόμης τίποτε δεν κατάλαβε αλλά με σκοτισμένο νου από τον σατανά έμεινε άπιστος. Όταν περπατούσε ο άγιος Πορφύριος μέσα στο θέατρο, είδε μπροστά από τη σκηνή τοποθετημένα πολλά αγάλματα. Ανάμεσα σ’ αυτά ήταν και ο Απόλλων, δεξιά του ο Ασκληπιός και στα αριστερά του η Άρτεμις και η Αφροδίτη. Λέει λοιπόν ο άγιος Πορφύριος στο άγαλμα· «Σε σένα λέω, λίθε άψυχε, κατασκεύασμα ανθρώπινης τέχνης, κατοικητήριο δαιμόνων, απώλεια ψυχών, κωφό και άλαλο, στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος, πέσε με το πρόσωπο κάτω στη γη μαζί με τα υπόλοιπα αγάλματα». Και αμέσως μαζί με αυτό έπεσαν όλα τα αγάλματα στο έδαφος. Και αφού έγινε μεγάλος θόρυβος διαλύθηκαν όλα και έγιναν σαν λεπτή άμμος. Απ’ αυτά το κεφάλι μόνο του Απόλλωνα κτύπησε τον ιερέα του· και αφού έπεσε στην κοιλιά του διασκορπίσθηκαν όλα τα σπλάχνα και τα μέλη. Τότε αγανάκτησε ο κόμης και αμέσως διέταξε την τιμωρία του αγίου με το ξίφος.
Όταν άκουσε αυτή την απόφαση ο άγιος Πορφύριος, γέμισε με πολλή χαρά και ευφροσύνη, κάλεσε αμέσως τον όσιο και θεοσεβέστατο επίσκοπο Καισαρείας, για να τον κοινωνήσει με το άχραντο σώμα και το τίμιο αίμα του Ιησού Χριστού, του Κυρίου μας, και μετά να θανατωθεί με το ξίφος. Τότε ήλθε γρήγορα ο όσιος επίσκοπος και αφού του μετέδωσε την θεία και άχραντο κοινωνία, του είπε· «Είσαι μακάριος, παιδί μου Πορφύριε, αληθινά είναι σταθερή η πίστη σου, ευσεβής ο λογισμός και τέλειο το στεφάνι, η πραγματική πορφύρα της πίστεως, η πέτρα η ασάλευτη της εκκλησίας, το ήρεμο λιμάνι όσων ταλαιπωρούνται· σε παρακαλώ δε, όταν πρόκειται να βρεθείς μπροστά στον Χριστό, να πρεσβεύσεις και για μένα τον ελάχιστο και ταπεινό». Και αφού τα είπε αυτά ο επίσκοπος, ασπαστήκαν ο ένας τον άλλο με άγιο φίλημα και αφού έκλαψαν αρκετά, αποχωρίστηκαν. Τότε ο άγιος μάρτυρας του Χριστού Πορφύριος αφού ύψωσε τα χέρια του, προσευχήθηκε πολύ, σταύρωσε το σώμα του και θανατώθηκε με το ξίφος την 4η του μηνός Νοεμβρίου στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίον ανήκει η δόξα και η δύναμη τώρα και πάντοτε και στους ατελεύτητους αιώνες, αμήν.
(Το αρχαίο κείμενο του μαρτυρίου στο: Hippolyti Delehaye, Synaxarium Ecclesiae Constantinopolitanae, Bruxelles 1902, σ. 193-194)
Μετάφραση: Α. Χριστοδούλου, Θεολόγος