ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Γαλ. α΄ 11-19
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ: Λουκ. η΄ 41-56
ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ
«Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει»
Ἦταν βαρὺ τὸ πένθος γιὰ τὸ σπίτι τοῦ ἀρχισυναγώγου
Ἰαείρου. Ὅταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἔφτασε στὸ σπίτι συνοδευόμενος ἀπὸ τὸν πονεμένο πατέρα,
βρῆκε ἀπαρηγόρητους τοὺς φίλους καὶ συγγενεῖς νὰ θρηνοῦν τὸ θάνατό τῆς κόρης
του. Στράφηκε τότε ὁ Χριστὸς καὶ μὲ τόνο σταθερὸ τοὺς εἶπε:
–«Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει». Ἡ κόρη δὲν πέθανε, ἀλλὰ κοιμᾶται...
Κι ὕστερα ἀπὸ λίγο ἔγινε τὸ συγκλονιστικὸ θαῦμα: Ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ
θανάτου ἀνέστησε τὴν κόρη τοῦ Ἰαείρου!
«Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει». Αὐτοὶ ἀκριβῶς
οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου μᾶς δείχνουν πῶς πρέπει οἱ πιστοὶ χριστιανοὶ νὰ
ἀντιμετωπίζουμε τὸ θάνατο τῶν προσφιλῶν μας.
Ἐκεῖνο ποὺ κατ’ ἐξοχὴν παρηγορεῖ τὸν πιστὸ χριστιανὸ καὶ
τὸν ἀποτρέπει ἀπὸ τὴν ὑπερβολικὴ λύπη, ὅταν ἔχει κάποιο πένθος, εἶναι ἡ πίστη
στὴν ἀνάσταση καὶ στὴν αἰώνια ζωή. Μετὰ τὴ νίκη τοῦ Θεανθρώπου κατὰ τοῦ θανάτου
«ὁ θάνατος τεθανάτωται», ὅπως ψάλλει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία. Δηλαδὴ καταργήθηκε ὁ
θάνατος καὶ τοῦ ἀφαιρέθηκε κάθε ἐξουσία, ἀκόμη καὶ αὐτὸ τὸ ὄνομά του! Αὐτὸ ποὺ
εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τὴν κόρη τοῦ Ἰαείρου «οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει», ἰσχύει
καὶ γιὰ μᾶς. Τώρα πλέον ὁ θάνατος ὀνομάζεται «κοίμηση» καὶ «ὕπνος», καὶ
ἀντιστοίχως ὁ τόπος ὅπου θάπτονται οἱ νεκροὶ «κοιμητήριο». Πόση ἐλπίδα χαρίζει
στὴν ψυχὴ αὐτὴ ἡ νέα πραγματικότητα ποὺ ἐγκαινίασε ὁ Νικητὴς τοῦ θανάτου! Τώρα
γνωρίζουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀτενίζουμε νεκρό, δὲν χάνεται‧ δὲν
ἐξαφανίζεται, ὅπως πιστεύουν οἱ ὑλιστές. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος κάνοντας μία
παρομοίωση μὲ τὸ σπόρο ποὺ θάβεται στὴ γῆ, γιὰ νὰ βλαστήσει καὶ νὰ
καρποφορήσει, γράφει ὅτι τὸ νεκρὸ σῶμα «σπείρεται ἐν φθορᾷ, ἐγείρεται ἐν
ἀφθαρσίᾳ» (Α΄ Κορ. ιε΄ 42)· σπέρνεται σὲ κατάσταση φθορᾶς καὶ θὰ ἀναστηθεῖ σὲ
κατάσταση ἀφθαρσίας. «Κοιμᾶται» οὐσιαστικὰ ὁ νεκρός μας. Ἡ ψυχή του ζεῖ,
βρίσκεται μέσα στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ σῶμα του περιμένει τὴν ἀνάσταση.
Ὅλοι μας αὐτὴν περιμένουμε. «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν», ὁμολογοῦμε κάθε φορὰ
ποὺ ἀπαγγέλλουμε τὸ «Πιστεύω». Ἑπομένως...
Εἶναι στ’ ἀλήθεια σκληρὸς καὶ δυσβάστακτος ὁ πόνος ἀπὸ τὸ
θάνατο κάποιου ἀγαπημένου μας προσώπου, μάλιστα ἂν αὐτὸ ἦταν ἕνα μικρὸ παιδί.
Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ μείνει ἀσυγκίνητος μπροστὰ σ’ αὐτὴν τὴν τραγικὴ
πραγματικότητα. Ἀκόμη κι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς δάκρυσε, ὅταν βρέθηκε μπροστὰ
στὸν τάφο τοῦ φίλου του Λαζάρου.
Ὅταν ὅμως ὁ Κύριος παραγγέλλει «μὴ κλαίετε», ἀσφαλῶς δὲν
ἀπαγορεύει τὰ δάκρυα ἐνώπιον τοῦ νεκροῦ, ἀλλὰ συνιστᾶ ἡ λύπη αὐτὴ νὰ μὴ γίνει
μία μόνιμη κατάσταση, ποὺ θὰ ὁδηγήσει στὴ μελαγχολία καὶ στὴν ἀπογοήτευση.
Γράφει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Δάκρυσον, ἀλλ’ ἠρέμα, ἀλλὰ μετὰ εὐσχημοσύνης,
ἀλλὰ μετὰ τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ» (P.G. 59, 347-8). Εἶναι ἀνθρώπινο νὰ δακρύσεις
καὶ νὰ κλάψεις. Αὐτὸ ὅμως ἂς γίνει μὲ κόσμιο τρόπο καὶ συγκρατημένα, ὄχι μὲ
ὑπερβολικοὺς θρήνους καὶ κοπετούς. Ἐφόσον ὁ νεκρός μας δὲν χάθηκε, ἀλλὰ ζεῖ
κοντὰ στὸν Θεό, καὶ ἐφόσον προσδοκοῦμε «ἀνάστασιν νεκρῶν», δὲν πρέπει νὰ
ἀπελπιζόμαστε. Ἡ πίστη μας στὴν ἀνάσταση καὶ ἡ ἐλπίδα τῆς συναντήσεως τῶν
προσφιλῶν μας ἂς μετριάζουν τὴ θλίψη μας ἀπὸ τὸ θάνατό τους. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ
ἀπόστολος Παῦλος μᾶς προτρέπει νὰ μὴ λυπούμαστε ὑπερβολικὰ «καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ
οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα» (Α΄ Θεσ. δ΄ 13).
«Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει». Πόσο παρήγοροι
ἀκούγονται αὐτοὶ οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου σὲ κάθε ἄνθρωπο, ποὺ πενθεῖ γιὰ τὴν
κοίμηση κάποιου ἀγαπημένου του προσώπου! Πόσο διαφορετικὴ εἶναι ἡ ἀντιμετώπιση
τοῦ θανάτου διὰ τῆς πίστεως! Γι’ αὐτὸ καὶ κάθε συνειδητὸς χριστιανὸς δὲν
ἀπελπίζεται μπροστὰ στὸ θάνατο. Στηρίζει τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα του στὸν
αἰώνιο Θριαμβευτὴ καὶ Νικητὴ τοῦ θανάτου, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, καί περιμένει
τὴν ἀνάσταση· τὸ πέρασμα στὴν αἰώνια δόξα καὶ μακαριότητα τῆς Βασιλείας τοῦ
Θεοῦ!
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
http://aktines.blogspot.gr/2016/11/blog-post_75.html