Ο Παντοκράτωρ Ιησούς Χριστός

Ο Παντοκράτωρ Ιησούς Χριστός

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014

Περί της Αγίας Εικόνος του Αγίου Γεωργίου του Φανερωμένου

από το Αγιορείτικο Γεροντικό του Αειμνήστου Γέροντος Ανδρέα Θεοφιλόπουλου
Ο ληστής Σταμάτης είχε μεγάλη δράση στα περίχωρα της Χαλκιδικής και κατά καιρούς έκανε ληστείες και μέσα στο Άγιον Όρος.
Μια μέρα αποφάσισε με δύο παλληκάρια του να ληστέψει ένα απο τα Κελλιά, που βρίσκεται σε κάπως μακρινή απόσταση απο τις Καρυές και είναι μεμονωμένο από τα άλλα γύρω Κελλιά. 
Το Κελλί αυτό ανήκει σαν εξάρτημα στην Ιερά Μονή του Παντοκράτορος κι έχει εκκλησία επ’ ονόματι του Αγίου Γεωργίου του «Φανερωμένου», είναι πολύ παλιό και μου διηγήθηκαν ο σεβαστός Γέροντας μου Ιωακείμ Μοναχός και τελευταία με βεβαίωσαν και η συνοδεία των αδελφών Δανιηλαίων – που κι αυτοί είχαν ακούσει την υπόθεση αυτή από τους Γεροντάδες τους κι εκείνοι από τον παπού τους, Γέροντα Δανιήλ τον πρώτον – οτι πριν από 200 χρόνια πήγε ο ληστής αυτός να ληστέψει το Κελλί αυτό που είχε φήμη πως ήταν ένα απο τα πιο πλούσια Κελλιά των Καρυών.
Όπως είναι γνωστό στα χρόνια της Τουρκικής σκλαβιάς, όλα τα βουνά της Πατρίδος μας ήταν γεμάτα από ληστές και ληστοσυμμορίες.
Οι ληστές αυτοί κατασκόπευσαν και έμαθαν πως στο Κελλί αυτό μένουν δύο Γεροντάκια αδύνατα και έχουν χρήμα πολύ. Τούτο παρακίνησε τους ληστές να κάνουν την επιχείρηση της ληστείας τους.
Τα μεσάνυχτα πήγαν στο Κελλί αυτό, χτύπησαν την πόρτα. Μια φωνή ακούστηκε απο μέσα να ρωτά ποιός είναι που κτυπά την πόρτα; Και τί θέλει τέτοια ώρα; Οι ληστές δεν μίλησαν παρά επέμεναν να χτυπούν την πόρτα και προστακτικά ο αρχηγός τους Σταμάτης είπε: «Ανοίχτε μας, είμαστε ξένοι και θέλουμε να φιλοξενηθούμε».
Ένα παλληκάρι τους άνοιξε την πόρτα και τους ρώτησε: «Τί θέλετε τέτοια ώρα; Γιατί ήρθατε εδώ;»
Αυτοί όπως ήταν αρματωμένοι, είπαν: «Θέλουμε τον Γέροντα, είναι ανάγκη.»
Παραξενεύτηκαν όμως που είδαν πως στο Κελλί αυτό υπάρχει και νέος, διότι αυτοί γνώριζαν πως μόνο δύο γέροι άρρωστοι μένουν εκεί, ο νέος που βρέθηκε; Το παλληκάρι τους οδήγησε στον Ξενώνα, το λεγόμενο «Αρχονταρίκι» και τους είπε: «Καθήστε εκεί ώσπου να φωνάξω το Γέροντα».

Ο ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΕΙ

Οι ληστές κάθησαν και περίμεναν για να ‘ρθει ο Γέροντας. Πέρασε μια ώρα, πέρασαν δυό, μα ο Γέροντας δε φαινόταν να ‘ρθει, ούτε άλλος κανείς, αλλά βασίλευε απόλυτη σιγή και ησυχία σ’όλο το σπίτι. Τότε οι ληστές χάσαν την υπομονή τους και δοκίμασαν να σηκωθούν, για να ληστέψουν όπως αρχικά είχαν αποφασίσει και να πάρουν ο, τι πολύτιμο υπήρχε από χρήμα μέχρι κανδήλια, ασημικά και ο,τι άλλο θα ‘βρισκαν, αλλά δεν μπορούσαν να κουνηθούν ούτε δεξιά, ούτε αριστερά ουτε χέρια, ούτε πόδια μπορούσαν να κουνήσουν και σαν να ήταν δεμένοι χειροπόδαρα, δεν μπορούσαν καθόλου να σαλέψουν από τη θέση τους.
Άρχισαν τότε να φωνάζουν και να ζητούν βοήθεια οι πάνοπλοι ληστές από τους αδύνατους και άρρωστους Γεροντάδες. Από τις φωνές τους ξύπνησαν τα Γεροντάκια, πετάχτηκαν τρομαγμένα από τον ύπνο, έτρεξαν ‘κει που ακούγονταν οι φωνές – στο Αρχονταρίκι – και τι να ιδούν! Οι ληστές φαίνονταν μεν ελεύθεροι, αλλά δεν μπορούσαν να κινηθούν από τις θέσεις τους. Οι Γέροντες τους ρώτησαν:
«Ποιοι είσθε σεις; Τί θέλετε εδω; Πώς ήρθατε, πώς μπήκατε μέσα στο σπίτι μας; Ποιος σας άνοιξε την πόρτα και σας έβαλε μέσα;»
Οι ληστές στην αρχή φώναζαν, απειλούσαν κι έλεγαν:
«θα σας σφάξουμε σαν τα κατσίκια, μας κάματε μαγεία για να μη μπορούμε να κουνηθούμε, λύστε μας αν θέλετε το καλό σας, γιατί μας δέσατε; Εμείς είμαστε καλοί άνθρωποι, δεν ήρθαμε να σας κάνουμε κακό».
Τέλος, αφού κατάλαβαν πως ήταν πιο αδύνατοι από τα Γεροντάκια και δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς, άρχισαν με κλάμματα να παρακαλούν για να τους λύσουν.
Οι Γέροντες πάλι, με ήρεμο και ταπεινό τρόπο, τους ρώτησαν:
«Πώς βρεθήκατε, αδελφοί, μέσα στο σπίτι μας; Ποιός σας άνοιξε και τί θέλετε απο εμάς;»
Οι ληστές απάντησαν κλαίγοντας, για το κακό που τους βρήκε και είπαν με παρακλητικό τώρα τρόπο:
«Γεροντάδες, ένα παλληκάρι μας άνοιξε την πόρτα, μας έβαλε εδώ να καθήσουμε και μας είπε να περιμένουμε ώσπου να ‘ρθειτε και σεις».
Οι Γέροντες κατάλαβαν πως κάποιο θαύμα πρέπει να έγινε, τρέξανε στην εκκλησία, πήραν την εικόνα του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου και την έδειξαν στους ληστές. Έντρομοι τότε εκείνοι, άμα είδαν την εικόνα, με ένα στόμα είπαν:
«Ναι, αυτός είναι που μας άνοιξε» κι αμέσβς μετανοιωμένοι αναπήδησαν από τις θέσεις τους, έπεσαν και προσκύνησαν την εικόνα του Αγίου Γεωργίου και με χαρά αναφώνησαν οτι αυτός είναι που μας φανερώθηκε και τώρα μας λευτέρωσε από τα αόρατα δεσμά μας. Μετανόησαν για τις πράξεις τους, έκαμαν πολλά δώρα και εικόνα στο Κελλί αυτό, του Αγίου Γεωργίου και από τότε πήρε το όνομα «Άγιος Γεώργιος ο Φανερωμένος».
Ο ληστής αυτός μετά από το μεγάλο αυτό θαύμα, που του συνέβη, και όπως με βεβαίωσε η Συνοδεία των Δανιηλαίων, μετανοιωμένος άφησε το «επάγγελμα» του ληστή και πήγε στα Καρούλια. Εκεί έκτισε μικρή ασκητική Καλύβα και εκκλησάκι επ’ονόματι του Αγίου Γεωργίου. Έγινε Μοναχός με το όνομα Σταμάτης. Λέγουν οτι αυτός είναι ο πρώτος που κατοίκησε στα Καρούλια. Βρήκε τη γαλήνη στην έρημο αυτή, βρήκε την ειρήνη της ψυχής του και πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του με ειλικρινή μετάνοια και συντριβή, εξομολογούμενος κάθε ημέρα τα αμαρτήματα του. Προχώρησε στην πνευματική ζωή τόσο που –καθώς έγραφε στον Γέροντα Δανιήλ τον Κατουνακιώτη – ο Λαυριώτης Μοναχός και μετέπειτα Μητροπολίτης Κορυτσάς και καθηγητής του Παν/μιου Αθηνών. Ευλόγιος Κουρίλας, βρήκε στα πρακτικά της Μεγίστης Λαύρας να γράφουν πως ο «Γέρων Σταμάτης», πρώην ληστής, στα Καρούλια, είχε τέλος οσιακό και ήταν άγιος Μοναχός.

(Ο Άγιος Γεώργιος ο Φανερωμένος & τα Αγιασμένα Γεροντάκια του – Έκδοση Ιερού Παντοκρατορινού Κελλίου Αγίου Γεωργίου Φανερωμένου – Άγιον Όρος 2007)

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...