Ο Αββάς Σεραπίων διηγήθηκε το εξής, το οποίο συνέβη στα
νιάτα του : «Όταν έμενα με τον Γέροντά μου, καθώς τρώγαμε, όταν σηκωνόμουνα απ΄
το τραπέζι, με την ενέργεια του δαίμονος, έκλεβα παξιμάδι και το έτρωγα στα
κρυφά. Καθώς όμως πέρναγε ο καιρός, τόσο πολύ με κυρίεψε αυτή η συνήθεια, ώστε
δεν μπορούσα να την νικήσω. Η συνείδησις με έλεγχε, αλλά ντρεπόμουνα να το
εξομολογηθώ στον Γέροντά μου.
Οικονόμησε όμως η φιλανθρωπία του Θεού το εξής. Ήλθαν στον
Αββά μου μερικοί αδελφοί για ψυχική ωφέλεια, οι οποίοι των ρωτούσαν για τους
λογισμούς τους. Τους αποκρίθηκε τότε ο Γέροντας “Τίποτε άλλο δεν βλάπτει τους
Μοναχούς και χαροποιεί τους δαίμονες, όσο το να κρύβουν τους λογισμούς τους απ΄
τους πνευματικούς Πατέρες”. Επίσης τους μίλησε και περί εγκρατείας. Εγώ,
ακούγοντας τα λεγόμενα, ήλθα σε συναίσθηση και σκέφθηκα ότι ο Θεός απεκάλυψε
στον Γέροντα τα πταίσματά μου. Ήλθα λοιπόν σε κατάνυξη και άρχισα να κλαίω.
Τότε έβγαλα απ΄ τον κόρφο μου το παξιμάδι, που κακώς είχα συνηθίσει να κλέβω,
έπεσα στο έδαφος και ζητούσα συγνώμη για τα αμαρτήματά μου και ευχή για να έχω
ασφάλεια στο μέλλον.
Ο Αββάς μου είπε : “Παιδί μου. η εξομολόγησή σου, και
χωρίς να σου ειπώ τίποτε, σε ελευθέρωσε, και κατέσφαξες τον δαίμονα, ο οποίος
μέχρι τώρα σε πλήγωνε με σιωπή. Από δω και στο εξής ποτέ δεν θα έχει τόπο σε
σένα, αφού τον έβγαλες απ΄ την καρδιά σου με την εξομολόγηση”.
Δεν πρόλαβε να τελειώσει ο Γέροντας, και να η ενέργεια του
δαίμονα φάνηκε σαν λαμπάδα φωτιάς που εξερχόταν απ΄ τον κόρφο μου και γέμισε το
σπίτι δυσωδία, ώστε να νομίζουν οι παρόντες ότι καιγόταν εκεί πολύ θειάφι ! Τότε
είπε πάλι ο Αββάς μου : “Να η απόδειξη των λόγων μου και της ελευθερίας σου. Μας
πληροφόρησε καθαρά ο Κύριος με το σημείο που έγινε”.
Από τότε, λοιπόν, τόσο μου έφυγε το πάθος της
γαστριμαργίας και η διαβολική εκείνη επιθυμία, ώστε ποτέ πια δεν το σκέφθηκα».
ΠΗΓΗ: ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΥΨΕΛΗ, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ
ΚΥΨΕΛΗ», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σ. 53.