Ο Παντοκράτωρ Ιησούς Χριστός

Ο Παντοκράτωρ Ιησούς Χριστός

Σάββατο 17 Μαΐου 2014

«Ἀπ΄ τὸ ταπεινό τό ἐξωκκλήσι... ἕως τὴν Ἁγιὰ Σοφιά!»

Γράφει ὁ Ἀρχιμ. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Κυριακή τῆς Σαμαρείτιδος (Ἰωάννου Δ' 5-42)
Ὅσοι ζοῦμε στὴν ἐποχὴ τῆς χάριτος καὶ μάλιστα ὅσοι ἀποτελοῦμε συνειδητὰ μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μᾶλλον δυσκολευόμαστε νὰ ἐννοήσουμε τὴν δίψα τῆς ἀληθινῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶχαν οἱ ἄνθρωποι, σὲ παγκόσμια κλίμακα, πρὸ τῆς Ἐνανθρωπήσεως, καὶ φυσικὰ συνεχίζουν νὰ ἔχουν ὅσοι δὲν γνώρισαν ἀκόμα τὸν ἀληθινὸ Θεό.
Ἐὰν δὲ ρίξουμε μιὰ ματιὰ στὴν παγκόσμια Ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου, θὰ διαπιστώσουμε ὅτι ἡ θρησκειολογικὴ ἐπιστήμη ἔχει καταγράψει πάρα πολλὲς ἐκφράσεις τῆς δίψας αὐτῆς. Ἐκφράσεις ἀπὸ θρησκευτικὴ ἁπλοϊκότητα ἕως καὶ καταστάσεις τραγικὲς ποὺ ἀποκαλύπτουν ἀνθρωποθυσίες γιὰ νὰ ἐξευμενίσουν δῆθεν τὴν θεότητα. Ὁμολογουμένως, θὰ συνέχιζαν οἱ πλάνες καὶ οἱ φρικαλεότητες αὐτές σε ὅλα τα μήκη καὶ τὰ πλάτη τῆς γῆς ἐὰν ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Κύριος δὲν μᾶς ἀποκάλυπτε, μέσω τῆς Σαμαρείτιδος, ὅτι «Πνεῦμα ὁ Θεὸς καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθεία δεῖ προσκυνεῖν» (Ἰωάννου Δ' 24). Ὅτι δηλ. ὁ Θεὸς εἶναι Πνεῦμα, γι' αὐτὸ καὶ δὲν περιορίζεται σὲ τόπους. Κι ἐκεῖνοι ποὺ τὸν λατρεύουν πρέπει νὰ τὸν προσκυνοῦν μὲ τὶς ἐσωτερικὲς πνευματικές τους δυνάμεις, μὲ ἀφοσίωση τῆς καρδιᾶς καὶ τοῦ νοῦ, ἀλλὰ καὶ μὲ ἀληθινὴ ἐπίγνωση τοῦ....Θεοῦ καὶ τῆς λατρείας ποὺ τοῦ ἁρμόζει.
Αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικότητα καὶ ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ ὀφείλουμε νὰ δοξολογοῦμε συνεχῶς τὸν Τριαδικὸ Θεὸ ποὺ μᾶς ἀποκάλυψε τὴν μεγάλη του ἀλήθεια.
Ἀλλ' ἃς ἐμβαθύνουμε λίγο καὶ στὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου.
Ὅταν λέμε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι «Πνεῦμα», τί ἐννοοῦμε; Γνωρίζουμε ἄραγε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι τὴν οὐσία Του; Οὔτε γλώσσα, οὔτε πέννα, οὔτε κάτι τί ἀπὸ τὴν κτιστὴ δημιουργία τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καὶ αὐτὰ τὰ τάγματα τῶν Ἀγγέλων, εἶναι δυνατὸν νὰ προσεγγίσουν, νὰ ἐννοήσουν καὶ νὰ περιγράψουν τὴν οὐσία τοῦ Θεοῦ.
«Ἄπειρόν το θεῖον καὶ ἀκατάληπτον. Τοῦτο μόνον καταληπτόν, ἢ ἀπειρία καὶ ἡ ἀκαταληψία», διδάσκει ἐπὶ τοῦ θέματος αὐτοῦ ὁ μέγας δογματικὸς Πατήρ, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἐκφράζοντας στὸ σημεῖο αὐτὸ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἀλλὰ τί λέμε περὶ τῆς γνώσεως τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἀγνοοῦμε τὴν βαθυτέρα οὐσία καὶ δύναμη αὐτῆς τῆς ὕλης; Ἂν ὁ ὑλικὸς καὶ φυσικὸς κόσμος εἶναι τόσο ἀκατάληπτος, πόσο μᾶλλον δὲν μπορεῖ νὰ γίνεται λόγος περὶ τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ! Καὶ ἃς προσθέσουμε καὶ τοῦτο. Ἂν μπορούσαμε νὰ τὸν κατανοήσουμε ἐξ' ὁλοκλήρου, δὲν θὰ ἦταν Θεός. «Θεός, ποὺ τὸν καταλαβαίνουμε – κηρύσσει ὁ Μ. Ἀθανάσιος – δὲν εἶναι Θεός. Ἀφοῦ δὲν μποροῦμε νὰ ἐννοήσουμε οὔτε τοὺς ἀγγέλους, οὔτε τὶς ψυχές μας, ποὺ εἶναι κτίσματα, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἐννοήσουμε τὸν κτίστη καὶ δημιουργό τους;».
Αὐτὸ ποὺ γνωρίζουμε εἶναι οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖες εἶναι κοινὲς καὶ γιὰ τὰ τρία Πρόσωπα τῆς Θεότητος. Καὶ ἐννοεῖται, πὼς αὐτὰ ποὺ ἀγνοοῦμε εἶναι πολὺ περισσότερα αὐτῶν ποὺ γνωρίζουμε. Πάντως γνωρίζουμε, μᾶς ἔχει ἀποκαλύψει ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς διὰ τοῦ κηρύγματος ἐκεῖνα ποὺ πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὥστε νὰ τὸν δοξάζουμε, νὰ τὸν λατρεύουμε καὶ νὰ ἐργαζόμαστε ὡς μέλη τοῦ Σώματός Του, γιὰ νὰ σωθοῦμε.
Ἡ λέξη «Πνεῦμα», δὲν μᾶς φανερώνει τί εἶναι. Μᾶς φανερώνει τί δὲν εἶναι. Ὅτι δηλ. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ὕλη. Δὲν ἔχει σῶμα ὑλικὸ ὅπως οἱ ἄνθρωποι. Δὲν ἔχει ὑλικὲς ἀνάγκες καὶ δὲν ὑπόκειται στοὺς φυσικοὺς νόμους, οἱ ὁποῖοι κυριαρχοῦν στὸν ὑλικό μας κόσμο.  Φυσικά, πνεῦμα εἶναι καὶ ἡ ἀνθρώπινη ψυχή, ὅπως ἐπίσης εἶναι καὶ τὰ τάγματα τῶν Ἀγγέλων. Ἀσώματοι καὶ ἄυλοι, ὅπως γνωρίζουμε οἱ Ἄγγελοι. Ἀλλὰ καὶ τόσο ἐμεῖς ὡς ψυχές, ὅσο καὶ οἱ Ἄγγελοι, εἴμαστε δημιουργημένοι ἀπὸ τὸν Θεό. Κάποτε δὲν ὑπήρχαμε, ὅπως κάποτε δὲν ὑφίστατο καὶ ὁ Ἀγγελικὸς κόσμος. Καὶ βεβαίως τὰ δημιουργήματα ἔχουν περιορισμένα προσόντα ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸν Ἄναρχο καὶ Ἀτελεύτητο Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι Πνεῦμα ἀπόλυτα τέλειο. Διαθέτει ἀφ' ἐαυτοῦ του ἀναρίθμητες τελειότητες καὶ σὲ ἄπειρο βαθμό. (Φυσικὰ ὁμιλοῦμε ἐντελῶς ἀνθρωπομορφικὰ καὶ μέσα ἀπὸ τὶς δικές μας κτιστὲς δυνατότητες).
Θετικῶς τώρα ἂν μιλήσουμε, μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Τριαδικὸς Θεὸς εἶναι αἰώνιος, παντοδύναμος, ἀναλλοίωτος, πανταχοῦ παρών, παντογνώστης, πάνσοφος, ἅγιος, δίκαιος, πανάγαθος, γεμάτος πατρικὴ ἄπειρη ἀγάπη γιὰ τὰ πλάσματά Του καὶ ἰδίως γιὰ τὴν κορωνίδα τῆς ὅλης δημιουργίας, τὸν ἄνθρωπο! Ἀλλὰ καὶ ὅλες αὐτὲς τὶς ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ ποὺ γνωρίζουμε, εἶναι ἀδύνατον νὰ τὶς ἐννοήσουμε σὲ ὅλο το βάθος καὶ πλάτος ποὺ ὑφίστανται μέσα στὴν ἴδια τὴν Θεότητα. Αὐτὸς δὲ εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ ὅσο περισσότερο οἱ Ἅγιοι προσεγγίζουν τὴν Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ὑψηλότερη ἰδιότητά του, τόσο καὶ περισσότερο ὅπως τὰ οὐράνια πνεύματα, δοξολογοῦν τὸν Θεὸ διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Βεβαίως, ἐὰν μέναμε μέχρι αὐτοῦ τοῦ σημείου θὰ γνωρίζαμε μεγάλες ἀλήθειες περὶ τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ ἦταν ὅμως κατορθωτὴ ἡ σωτηρία μας ποὺ μᾶς ἐχαρίσθη διὰ τῆς Ἀπολυτρωτικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Σαμαρείτις στὸν μοναδικὸ ἐκεῖνο διάλογο μεταξύ των ἄλλων εἶπε: «οἱ πατέρες μᾶς προσκύνησαν καὶ λάτρευσαν τὸν Θεὸ στὸ ὅρος τοῦτο, τὸ Γαριζεῖν. Σεῖς ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι λέτε ὅτι ἡ Ἱερουσαλὴμ εἶναι ὁ Ἱερὸς τόπος ποὺ πρέπει νὰ λατρεύουμε τὸν Θεό». Καὶ μὲ τὸ λόγο αὐτὸ φανερώνει ἕνα βαθύτατο καὶ ὑπαρξιακὸ ἐρωτηματικὸ ποὺ ὑπῆρχε στὴν καρδιὰ τοῦ κάθε ἀπογόνου τοῦ Ἀβραὰμ ἀλλὰ καὶ γενικώτερα τοῦ κάθε ἀνθρώπου γιὰ τὸ πῶς μπορεῖ νὰ λατρεύει καὶ νὰ ἐπικοινωνεῖ σωστὰ μὲ τὸν Θεό. Φυσικὰ ὁ Κύριος ποὺ στὶς εἰλικρινεῖς ἐρωτήσεις τὶς ὁποῖες ἔθεταν οἱ καλοδιάθετες ψυχὲς ἀπαντοῦσε, ἔτσι καὶ τώρα μέσω τῆς Σαμαρείτιδος δίνει σὲ ὅλο το γένος τῶν ἀνθρώπων τὴν ἀπάντηση «οὔτε τὸ Γαριζεῖν, οὔτε ἡ Ἱερουσαλὴμ εἶναι ὁ μοναδικὸς τόπος, στὸν ὁποῖον πρέπει νὰ λατρεύεται ὁ Θεός». Καὶ μὲ δεδομένο ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεός, ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐμφανιζόταν, συνομιλοῦσε καὶ ἀποκάλυπτε στοὺς Προφῆτες καὶ Δικαίους τῆς Π. Διαθήκης, μὲ δεδομένη τὴν διδασκαλία τὴν Ἐκκλησίας ποὺ πιστοποιεῖ τὴν ἀλήθεια τῶν Γραφῶν καὶ μὲ τὴν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων, γνωρίζοντας ὅτι «ἐν αὐτῶ κατοικεῖ πᾶν το πλήρωμα τῆς Θεότητος Σωματικῶς» (Κολασ. Β' 9), βιώνουμε τὴν λατρεία τοῦ Θεοῦ ποὺ προσφέρεται ὄχι μόνο σὲ κάποιον τόπο, ὅπως ὤριζε ὁ μωσαϊκὸς Νόμος στὴν προχριστιανικὴ ἐποχή. Τώρα «ἐν παντὶ τόπω τῆς δεσποτείας αὐτοῦ» (Ψάλμ. ΡΒ' 22) εὐλογοῦμε καὶ λατρεύουμε τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὸν Θεάνθρωπο Κύριον Ἰησοῦ Χριστό!
Φυσικά, ὑφίσταται καὶ ὁ Ἱερὸς χῶρος τοῦ Ναοῦ μὲ τὸ καθιερωμένο Ἱερὸ θυσιαστήριο ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο γιὰ τὴν λατρεία τοῦ Θεοῦ. Ὅπου δὲ θυσιαστήριο, ἐκεῖ καὶ Ἱερωσύνη! Δόξα τῷ Θεῶ! Ὑπάρχουν οἱ Ἱερὲς Μονὲς μέχρι καὶ τὰ ἀπομακρυσμένα καὶ ἄγνωστα στοὺς πολλοὺς ἀσκητήρια ποὺ μέσα στὶς σχισμὲς τῶν βράχων λειτουργεῖται «ὁ προσφέρων καὶ προσφερόμενος». Ὑψώνονται μεγαλοπρεπεῖς Ναοὶ ἐν μέσω τῶν πόλεων, ἀναρίθμητα ταπεινὰ ἐξωκκλήσια τῆς ὑπαίθρου διακοσμοῦν τὴν Πατρίδα μας, μὰ καὶ ὁλόκληρο τὸν κόσμο, ποὺ ποιὸς μπορεῖ νὰ γνωρίζει τί ἁπλοϊκὲς λειτουργίες καὶ ταπεινὲς ἀκολουθίες θὰ ἔχουν ἀναπέμψει οἱ πιστοὶ πρὸς λατρεία τοῦ Θεοῦ καὶ  τιμὴ τῆς Κυρίας Θεοτόκου καὶ πάντων των Ἁγίω! Ποιὸς μπορεῖ νὰ συλλάβει μὲ τὸ νοῦ τοῦ τί σταλαγμοὺς μετανοίας καὶ τί δάκρυα εὐχαριστίας δέχθηκαν τὰ χορταριασμένα δρομάκια ποὺ ὁδηγοῦν στὶς βίγλες τῆς πίστεως καὶ πόσο ποτίστηκαν ἀπὸ λυγμοὺς οἱ πλάκες τῶν Βυζαντινῶν μας Ναῶν....
Ναί. Ὁ Ναός, οἱ Ἐνορίες, τὰ κέντρα τῆς Πίστεως οἱ Ἱερές μας δηλ. Μονές, ἀποτελοῦν τὸ κέντρο τῆς Ζωῆς μας μὲ ὅλη τὴν ἔκταση, τὸ βάθος καὶ τὸ ὕψος τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τῆς Ὀρθοπραξίας μας. Καὶ θὰ τονίσει «φίλος γνήσιος τῆς Θεοτόκου», ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, κατὰ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη. «΄Ὅπως σὲ ὅλα τα πελάγη τὶς θάλασσες καὶ τοὺς Ὠκεανοὺς ὁ Δημιουργός, τοποθέτησε τὰ λιμάνια γιὰ νὰ προσορμοῦν τὰ πλοῖα καὶ νὰ ἀνεφοδιάζονται οἱ ναυτικοὶ καὶ οἱ ταξιδιῶτες, ἔτσι καὶ ἐδῶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, σὲ κάθε τόπο ποὺ κατοικεῖται, ἔχει θέσει τὰ Ἱερὰ θυσιαστήρια καὶ τοὺς ἀνθρώπους του ὥστε νὰ διακονοῦν  τοὺς πιστοὺς καὶ νὰ προσφέρουν τὴν πραγματικὴ λατρεία στὸν Μοναδικὸ Θεὸ καὶ νὰ κοινωνοῦν οἱ πιστοί τοῦ Δεσποτικοῦ Σώματος καὶ Αἵματος»!
Μέσα λοιπὸν στοὺς Ἱερούς μας Ναούς, ἀλλὰ καὶ κάθε ὥρα καὶ στιγμή, ὅταν ζοῦμε τὴν πανταχοῦ παρουσία τοῦ Κυρίου, βιώνουμε τὴν «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθεία» λατρεία.
Χρειάζεται ἄραγε νὰ τονίσουμε ὅτι κυρίως τὴν ὥρα τῆς λατρείας, ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιά, πρέπει νὰ εἶναι ἀπερίσπαστοι ἀπὸ «πάσαν βιοτικὴν μέριμναν», καὶ νὰ βρίσκονται ἀφοσιωμένοι στὰ τελούμενα; Ἐκεῖ δηλ. πού δὲν τολμοῦν οὔτε αὐτοὶ οἱ Ἄγγελοι νὰ ἀτενίσουν;
Καὶ ἃς μὴ λησμονοῦμε ποτέ, ὅτι τελικῶς ἡ στάση μᾶς ἔναντί τῆς θείας λατρείας, ἀποτελεῖ καὶ τὸ  κριτήριο γιὰ τὸ ἐπίπεδό τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς.

Ἀμήν.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...